Απ’ ό,τι δείχνει η έρευνα, μόνο τυχαίο δεν είναι το
ενδιαφέρον της λογοτεχνίας και του σινεμά για τα μεγάλα φράγματα και τους
ταμιευτήρες που αυτά σχηματίζουν. Ακόμα κι’ όταν οι δημιουργοί τους δεν εστιάζουν
στις οικολογικές και κλιματικές τους επιπτώσεις αλλά στην επίδραση στις ζωές
των ανθρώπων, δεν παύουν να σημαίνουν σήμα κινδύνου και να αναδεικνύουν μια δυστοπία
καταστροφής και δυστυχίας ή φόβου και απειλής. Γιατί οι τεχνητές λίμνες των
φραγμάτων, είτε έχουν καταβυθίσει ολόκληρες πόλεις και οικισμούς είτε ανακαλούν
ένα διαρκή κίνδυνο βίαιης πλημμύρας άλλων που γειτνιάζουν, αποτελούν ένα απτό
παράδειγμα της αποτυχίας της κυρίαρχης «αναπτυξιακής» ιδεολογίας και των πολλαπλών
αρνητικών συνεπειών της διατάραξης του υδατικού κύκλου της φύσης. Ακολουθεί μια
αντιπροσωπευτική παρουσίαση μυθιστορημάτων και ταινιών.
Τις πρώτες σειρές της καταλαμβάνει
δικαιωματικά ένα από τα διαμάντια της σύγχρονης ελληνικής λογοτεχνίας, το
μυθιστόρημα «Το φράγμα» του Σπύρου Πλασκοβίτη (Κέρκυρα 1917 – Αθήνα
2000), δικαστικού στο Συμβούλιο της Επικρατείας το επάγγελμα μέχρι την
εκκαθάρισή του από τη χούντα και επίσης βουλευτή και ευρωβουλευτή του ΠΑΣΟΚ στα
χρόνια της πρώτης ακμής του. Το βιβλίο εκδόθηκε για πρώτη φορά το 1960 από
την «Εστία», βραβεύθηκε το 1961 με το «βραβείο των 12», το πρώτο λογοτεχνικό
στην Ελλάδα, και στη συνέχεια επανεκδόθηκε στη γνωστή σειρά του «Γαλαξία» αλλά και
από τον «Κέδρο». Γυρίστηκε μάλιστα και σε ταινία από τον Δημήτρη Μακρή το 1982
με τον Νίκο Κούρκουλο στον πρωταγωνιστικό ρόλο.
Η υπόθεση τοποθετείται στη μυθοπλαστική πόλη Γκρίζα, όπου ένα τεράστιο
φράγμα συγκρατεί τα νερά του ποταμού και τα χρησιμοποιεί για αρδευτικούς
σκοπούς. Όταν φτάνει στην περιοχή ένας, απεσταλμένος της κυβέρνησης, υδρολόγος
μηχανικός, διαπιστώνει την ύπαρξη ενός ρήγματος στη βάση του, που απειλεί τη
σταθερότητα της κατασκευής. Έρχεται όμως σε αντίθεση με τους κατοίκους, που
έχουν βολευτεί από τη λειτουργία του φράγματος, και υφίσταται όλες τις κοινωνικές
συνέπειες της σύγκρουσης. Η αμφιβολία, που τον βασανίζει διαρκώς, ανάμεσα στο αν
θα αντέξει ή θα καταρρεύσει το φράγμα, τον οδηγεί τελικά στην πρόταση να το
καταστρέψουν οι ίδιοι οι υπεύθυνοι.
Το μυθιστόρημα είναι βεβαίως συμβολικό,
με το φράγμα να συμβολίζει μια σαθρή κοινωνία, η οποία είναι η ίδια φθαρμένη
και παγιδευμένη στο πλαστό όνειρο της ευημερίας. Όπως γράφει ο συγγραφέας στον
πρόλογο, της έκδοσης τουλάχιστον του
«Γαλαξία», που έχω στη βιβλιοθήκη μου, «το στίγμα του φράγματος βρίσκεται
αρκετά κοντά μας, ώστε να μας αποκλείει τη ρομαντική διάθεση της φυγής, και
πάλι αρκετά μακριά, ώστε να μην επιτρέπει ένα απλό κι’ ανώδυνο προς τα εκεί
ταξίδι». Ο υπαρξιακός
προβληματισμός του μηχανικού, που θυμίζει σελίδες Καμύ και Κάφκα,
μετασχηματίζεται σε μια ρηξικέλευθη πρόταση για τον ριζικό αναπροσανατολισμό
της ζωής και των αξιών της, όσο ακόμη υπάρχει χρόνος !
Το άλλο βιβλίο, που έχω
υπόψη ότι κυκλοφορεί στην ελληνική αγορά, είναι το μυθιστόρημα του Γάλλου
αιγυπτιολόγου Κριστιάν Ζακ «Φράγμα στο Νείλο», που εκδόθηκε στη
χώρα του το 1995 και στην Ελλάδα το 1998 από τις εκδόσεις «Τροπικός» σε
μετάφραση της Αναστασίας Καραστάθη. Πρόκειται κατά βάση για ένα πολιτικό
θρίλερ, με το οποίο ο συγγραφέας παρουσιάζει μια ολοκληρωμένη εικόνα της
ανώμαλης πολιτικής ζωής της σύγχρονης Αιγύπτου, σε σημείο που μερικές φορές
νομίζεις ότι γράφτηκε στις μέρες μας. Συνδυάζει ασφαλώς τα ειδικά επιστημονικά
του ενδιαφέροντα μα πάνω απ’ όλα αναλύει τις καταστροφικές συνέπειες του
φράγματος του Ασουάν όχι μόνο για τα μνημεία αλλά για ολόκληρο τον κύκλο της
ζωής στην κοιλάδα του Νείλου, πράγμα που οδηγεί και στην άνοδο της ισλαμικής
τρομοκρατίας, και περιγράφει το,
φανταστικό βεβαίως, τέλος του.
Δυστυχώς τα υπόλοιπα βιβλία
δεν έχουν μεταφραστεί για την ελληνική αγορά. Από μια πλούσια συγκομιδή δεκάδων
τίτλων μνημονεύω ενδεικτικά :
-
το
«Haweswater»
της Σάρα Χωλ εμπνέεται από την
κατασκευή του ομώνυμου φράγματος το 1929 στην περιοχή των λιμνών (Lake district) της Βορειοδυτικής
Αγγλίας και αφηγείται την απειλή για τον αγροτικό παράδεισο της περιοχής και τη
σταδιακή συναισθηματική εμπλοκή του αρχιμηχανικού του έργου
-
το
«Drowning Day» (= μέρα πνιγμού) του Άλαν Ντίπερ περιγράφει τον αγώνα των
κατοίκων μιας ουαλικής πόλης εναντίον του πολιτικού και επιχειρηματικού σχεδίου
για πλημμύρισμα της κοιλάδας τους και της εισαγόμενης βίας
-
το
«After the dam»
(= μετά από το φράγμα) της Άμυ Χάσινγκερ,
τοποθετημένο στην πολιτεία του Ουίσκονσιν των ΗΠΑ, εξιστορεί τις συνέπειες,
πραγματικές και μεταφορικές, από τη διακοπή της ροής και τη νέκρωση ενός
ποταμού
-
ενώ
στο «Swift dam», από το όνομα του φράγματος στην περιοχή των
Ινδιάνων Μαυροπόδαρων στη Μοντάνα, που καταστράφηκε από πλημμύρες το 1964 και
προκάλεσε καταστροφές και θανάτους, με αφορμή αυτό το πραγματικό γεγονός, ο Σιντ Γκούσταφσον γράφει 3 ιστορίες και
προειδοποιεί για τις αυταπάτες της σύγχρονης τεχνολογίας και τις συνέπειες στη
ζωή των ανθρώπων.
Ακόμα πιο πολυάριθμη είναι η αστυνομική
λογοτεχνική παραγωγή σχετικά με το θέμα. Είναι χαρακτηριστικό ότι ο Καναδός αστυνομικός
συγγραφέας Πήτερ Ρόμπινσον έχει
εισαγάγει τον όρο «Reservoir
Noir» (= αστυνομικό μυθιστόρημα των ταμιευτήρων),
προκειμένου να περιγράψει αυτή την έλξη για σύνδεση εγκλημάτων με την ακινησία
και τα μυστικά, που έκρυψε η δημιουργία των τεχνητών λιμνών, αλλά και με τα
κατασκευαστικά σχέδια. Από τα βιβλία, που η φιλολογική έρευνα έχει κατατάξει στο
reservoir noir, θα αναφέρω, επίσης ενδεικτικά, το μυθιστόρημα του ίδιου του Ρόμπινσον «In a Dry Season» (= σε μια εποχή
ξηρασίας), αυτό του Ρέτζιναλντ Χιλ «On Beulah Height» (= στα ύψη του Μπούλα), τοποθετημένα και τα δύο στην
περιοχή του αγγλικού Γιορκσάϊρ, το «Dragon Bones» (= τα οστά του δράκου) της Λίζα Σi, που πραγματεύεται φόνους
και αρχαιοκαπηλεία στη διάρκεια της κατασκευής του γιγαντιαίου φράγματος των 3
φαραγγιών στην Κίνα και τέλος το «Drowned Hopes» (= πνιγμένες ελπίδες) του κατά τα λοιπά αρκετά γνωστού
Αμερικανού συγγραφέα Ντόναλντ Γουεστλέϊκ, που σχετίζεται με τη λειτουργία του υδρευτικού
συστήματος της Νέας Υόρκης.
Είναι εντυπωσιακό ότι ακόμα και κόμικ έχει
εκδοθεί ενάντια στην κατασκευή φραγμάτων ! Πρόκειται για το «The River of stories» (= ο ποταμός των ιστοριών),
ο Ινδός σχεδιαστής του οποίου Όρτζιτ Σεν
συμμετείχε ενεργά στην πολιτική μάχη για την αποτροπή της φραγματοποίησης του
ποταμού Ναρμάντα στην Κεντρική Ινδία και το εξέδωσε το 1994.
Αρκετά από τα βιβλία αυτά έχουν
μεταφερθεί στον κινηματογράφο, η διερεύνηση όμως, ποιά, και με ποιό τίτλο,
προβλήθηκαν στις ελληνικές αίθουσες, απαιτεί προδιαγραφές διδακτορικής
διατριβής. Γι’ αυτό και θα περιοριστώ σε δύο μονάχα κινηματογραφικές αναφορές,
που εξάλλου δεν βασίζονται σε προηγούμενα μυθιστορήματα.
Η πρώτη ταινία με τίτλο «Vajont - La diga del disonore » (= Βαγιόν - το φράγμα της ατιμίας) γυρίστηκε το
2001 από τον Ιταλό σκηνοθέτη Ρέντσο
Μαρτινέλι για να υπενθυμίσει τη μεγάλη οικολογική καταστροφή και τους 1.917
νεκρούς, που προκάλεσε το φράγμα Vajont στον ομώνυμο παραπόταμο του Πιάβε στη Βόρεια Ιταλία. Η
συνεχής βροχόπτωση και οι κατολισθήσεις που αυτή προκάλεσε, δημιούργησαν ένα
τεράστιο κύμα νερού που υπερπήδησε τη στέψη του φράγματος και σάρωσε τα κατάντη
χωριά της κοιλάδας. Νομίζω ότι δεν έχει προβληθεί στη χώρα μας.
Η δεύτερη είναι η
βραβευμένη με τον χρυσό λέοντα του φεστιβάλ της Βενετίας του 2006 «Still life » (= νεκρή
φύση, αν και στην Ελλάδα προβλήθηκε με τον τίτλο «Ακίνητες ζωές») του
Κινέζου Ζια Ζαγκ Κε. Το φιλμ αποτυπώνει, με χαμηλούς τόνους και τρόπο
ποιητικό, αλλά την ίδια στιγμή και αμείλικτο, τις συνέπειες από την κατασκευή
του προαναφερθέντος φράγματος των 3 φαραγγιών και τη βύθιση μιας ολόκληρης πόλης, η οποία μεταφέρεται ψηλότερα.
Ο κινηματογραφικός φακός συλλαμβάνει όχι μόνο περιβαλλοντικές συνέπειες, τη
μουντή ατμόσφαιρα και τη μόνιμη σχεδόν ομίχλη, αλλά κυρίως τις κοινωνικές
επιπτώσεις της «προόδου»: την απώλεια εργασίας, ταυτότητας και μνήμης, την
επιδειξιομανία και τον καταναλωτισμό, τον παρασιτισμό και την πορνεία, τον
χουλιγκανισμό και τους πολέμους συμμοριών.
Η λογοτεχνία και το σινεμά
συμπληρώνουν την επιστημονική έρευνα και φωτίζουν τον πολιτικό δρόμο.