Τρίτη 15 Οκτωβρίου 2024

Το μυστήριο της παρανομίας στον Γράμμο

 


    Τον Μάϊο του 1949, ενώ μαινόταν η τελική μάχη του ελληνικού Εμφυλίου, Γάλλοι πολιτικοί και διανοούμενοι από όλο το αριστερό φάσμα με επικεφαλής τον ποιητή Πωλ Ελυάρ επισκέφθηκαν τα οχυρά του Δημοκρατικού Στρατού στον Γράμμο για να εμψυχώσουν τους μαχητές του. Μετά από την ήττα ο Ελυάρ δημοσίευσε ποιήματα με τις εντυπώσεις του από τον άνισο αγώνα τους : «Ο Γράμμος ειν’ λίγο τραχύς / οι άνθρωποι τον γλυκαίνουν…».

    Ο Γράμμος διατήρησε συμβολικό ρόλο και για την πλευρά των νικητών στα πλαίσια του εκδικητικού μετεμφυλιακού κράτους («στο Βίτσι και στο Γράμμο σας θάψαμε στην άμμο») αλλά αυτός μεταφράστηκε μόνο σε κάποια μνημεία, όπως το Ηρώο Γράμμου στην κορυφή Γκέσος, όπου κάθε 29 Αυγούστου γιορταζόταν η συντριβή των «κομμουνιστοσυμμοριτών», και επ’ ουδενί σε πολιτικές ανάταξης του χώρου και ευημερίας όσων κατοίκων απέφυγαν τον θάνατο ή την πολιτική προσφυγιά.  Από τη δεκαετία του ’80 ωστόσο, η σταδιακή αποκατάσταση του ΔΣΕ στο δημόσιο λόγο, αρχικά με τη συνάντηση συμφιλίωσης Τσακαλώτου – Βαφειάδη και κυρίως μέσα από το αφήγημα της «εθνικής συμφιλίωσης» της κυβέρνησης Τζαννετάκη, αποτυπώθηκε στην παρακμή των επίσημων εορτασμών και στη μεταγενέστερη δημιουργία του «Πάρκου Εθνικής Συμφιλίωσης» υπό την αιγίδα της Βουλής στο οροπέδιο Κοτύλης από την πλευρά της Καστοριάς. Υπενθυμίζω ότι οι ορεινοί όγκοι του Γράμμου σχηματίζουν τα όρια όχι μόνο μεταξύ Ελλάδας και Αλβανίας αλλά και μεταξύ των περιφερειακών ενοτήτων Ιωαννίνων και Καστοριάς. Παράλληλα προχώρησε η, όποια, αποναρκοθέτηση ενώ το ψηλότερο τμήμα της περιοχής εντάχθηκε στο δίκτυο Natura 2000 με το όνομα «Κορυφές Γράμμου». Όλα αυτά σηματοδότησαν και μια άνοδο της επισκεψιμότητας.

    Τρεις είναι οι κύριες κατηγορίες επισκεπτών : Ορειβάτες, κυνηγοί (ζώων και βοτάνων) και αριστεροί. Το ΚΚΕ ειδικά, συνδέοντας, εύστοχα κατά τη γνώμη μου, τη μνήμη του Δημοκρατικού Στρατού με τα επίδικα της σημερινής πολιτικής του δράσης, έχει αποδυθεί σε μια συστηματική προσπάθεια ανάδειξης μνημονικών τόπων, έχει δημιουργήσει ένα δίκτυο μνημείων και μουσείων - από την πλευρά της ΠΕ Ιωαννίνων το μουσείο ΔΣΕ στη Θεοτόκο και το μνημείο στη Λυκόρραχη – ενώ έχει εκδώσει και ιστορικό και τουριστικό οδηγό του Γράμμου.

    Μέχρι εδώ τα πάντα, με την εξαίρεση ίσως κάποιων κυνηγών, είναι νόμιμα. Το παράνομο είναι ένας δρόμος, που διανοίγεται σε υψόμετρο 2.200 μέτρων, μέσα σε περιοχή Natura χωρίς περιβαλλοντική αδειοδότηση και χωρίς δημόσια διαβούλευση, για να συνδέσει το μνημείο στον Γκέσο με το χωριό Γράμμουστα της Καστοριάς (το εξελληνισμένο της όνομα είναι «Γράμμος» αλλά ουδείς το χρησιμοποιεί), που χάρη στην τυχαία παρουσία μιας δημοσιογράφου της «Καθημερινής» πήρε πανελλήνια δημοσιότητα. Ο δρόμος (αρ. 1 στον χάρτη, που δυστυχώς είναι περιορισμένος μόνο στο κομμάτι της Ηπείρου) από την πλευρά της Δυτικής Μακεδονίας κατασκευάζεται με μηχανήματα του στρατού ενώ από την άλλη πλευρά το ανέλαβε η Περιφέρεια Ηπείρου με τη μέθοδο της απευθείας ανάθεσης σε εργολάβο, όπως το συνηθίζει ο Αλέκος Καχριμάνης.

    Όπως εξάλλου συνηθίζει να εφευρίσκει απίθανες δικαιολογίες κάθε φορά που αισθάνεται στριμωγμένος. Η πρώτη από αυτές ήταν «μου το ζήτησε το Γενικό Επιτελείο Στρατού για εθνικούς και επιχειρησιακούς λόγους». Από το ρεπορτάζ όμως διευκρινίστηκε ότι, σύμφωνα με δηλώσεις συνταγματάρχη του ΓΕΣ, «Το αίτημα του δρόμου κατατέθηκε από την Περιφέρεια Ηπείρου, που διαβεβαίωσε γραπτά ότι δεν χρειάζονται αδειοδοτήσεις». Όχι βέβαια ότι το ΓΕΣ απαλλάσσεται κάθε ευθύνης, καθώς όφειλε να ελέγξει την ακρίβεια αυτών των διαβεβαιώσεων.

    Επειδή όμως υπήρξε και ένα δημοσίευμα, επικαλούμενο αορίστως κύκλους του Υπουργείου Εθνικής Άμυνας, ότι αυτό καλύπτει την επέμβαση, χρειάζεται να πούμε δυο λόγια και για τους εθνικούς λόγους. Κατ’ αρχήν είναι κωμική η επίκλησή τους, όταν η Αλβανία είναι μέλος του ΝΑΤΟ ενώ άνοιξε και η ενταξιακή της διαδικασία στην ΕΕ. Εάν εννοούν την παράνομη είσοδο, μετανάστευση κλπ., το μοναδικό ομαλό πέρασμα της μεθορίου βρίσκεται σε απόσταση 1 χιλιομέτρου από το χωριό Πληκάτι αλλά πάνω από 5 χιλιόμετρα από τον συγκεκριμένο δρόμο.

    Συγκρατήστε για τη συνέχεια και ακόμα κάτι ενδιαφέρον για το Πληκάτι. Ενώ το Ηρώο στον Γκέσο εδαφικά ανήκει στην Τοπική Κοινότητα Αετομηλίτσας, η πρόσβαση απ’ αυτή είναι εξαιρετικά δύσκολη, καθώς γίνεται μ’ έναν άθλιο δρόμο μήκους 11 χιλιομέτρων, φαγωμένο από χειμάρρους, που καταστρέφει ακόμα και οχήματα 4 χ 4 (αρ. 2 στον χάρτη). Αντίθετα, το Πληκάτι, από την πίσω πλευρά του Γκέσου, βρίσκεται πολύ πιο κοντά και συνδέεται με ένα ικανοποιητικής βατότητας χωματόδρομο (αρ. 3 στον χάρτη). Στην πραγματικότητα ο υπό διάνοιξη δρόμος συνδέει τη Γράμμουστα με το Μνημείο και στη συνέχεια με το Πληκάτι και όχι με την Αετομηλίτσα.  

    Οι άλλοι μύθοι, που διακίνησε η ηγεσία της Περιφέρειας Ηπείρου, είναι ότι ο δρόμος εξυπηρετεί την κτηνοτροφία, την επικοινωνία Αετομηλίτσας – Γράμμουστας και ότι προϋπήρχε, άρα η επέμβαση αφορά «αποκατάσταση βατότητας» και δεν απαιτεί περιβαλλοντική αδειοδότηση. Με τη βοήθεια και του χάρτη η αποδόμηση των ψευδών θα γίνει ευκολότερη.

     

    Πρώτον, η περιοχή της διάνοιξης, εντός της χωρίς βλάστηση αλπικής ζώνης, στερείται του ουσιώδους στοιχείου για κάθε κτηνοτροφική εγκατάσταση, ακόμα και προσωρινή, του νερού. Δεύτερον, η εποχική μετακίνηση των κοπαδιών στις μέρες μας δεν γίνεται με τα πόδια αλλά με φορτηγά. Και δεν υπάρχει κανένας λόγος ένα φορτηγό να ρισκάρει σε ένα χωματόδρομο με στροφές σε ύψος 2.200 μέτρων, αντί να χρησιμοποιήσει την Εγνατία, ή έστω τον ασφαλτοστρωμένο εθνικό δρόμο Νεάπολης – Κόνιτσας, καθ΄οδόν προς τα χειμαδιά της Θεσπρωτίας λ.χ.  Τρίτον, και πιο εξοργιστικό, υπάρχει όντως ένας δρόμος μεταξύ Αετομηλίτσας και Γράμμουστας, ο οποίος χρειάζεται αποκατάσταση βατότητας, όπως ζητούν οι κάτοικοι και οι λιγοστοί κτηνοτρόφοι της περιοχής. Μόνο που δεν πρόκειται για τον επίμαχο δρόμο μέσω Γκέσου !! Αλλά για άλλο, προϋφιστάμενο δρόμο (αρ. 3 στον χάρτη) μέσω «Στάνης Λάμπρου». Τέταρτον, δεν υπάρχει το παραμικρό τεκμήριο, φωτογραφία ή τοπογραφικό,  ότι ο επίμαχος υπό διάνοιξη δρόμος προϋπήρχε. Αντίθετα, όπως φαίνεται και στη φωτογραφία (με τον σκύλο), πατάει πάνω σε πεζοπορικό μονοπάτι. Το οποίο και καταστρέφει, υπονομεύοντας τις δυνατότητες της ήπιας τουριστικής ανάπτυξης, όπως κατήγγειλε ευθαρσώς, δικαιώνοντας ίσως τον Ελυάρ, ο Δήμαρχος Νεστορίου, όπου ανήκει η Γράμμουστα, Χρήστος Γκοσλιόπουλος.

    Αντίθετα στην Ήπειρο, παρά τη γενική κατακραυγή και την κατάθεση κοινοβουλευτικών ερωτήσεων από όλη σχεδόν την αντιπολίτευση, ο κ. Καχριμάνης κινητοποίησε πυρετωδώς το πελατειακό του σύστημα : κάποιους μετακινούμενους κτηνοτρόφους, χωρίς όμως να διευκρινίζει, πού δραστηριοποιούνται, τον Πρόεδρο της ΤΚ Αετομηλίτσας – παρόλο που, όπως ήδη εξήγησα, ο υπό διάνοιξη δρόμος δεν αφορά την Αετομηλίτσα – και, όπως φαίνεται, δυστυχώς και τη δημοτική αρχή της Κόνιτσας, που μέχρι στιγμής αποφεύγει να συγκαλέσει Δημοτικό Συμβούλιο για το ζήτημα. Δεν ξέρω, αν είναι ένδειξη άγχους και η σπουδή κάποιων να τοποθετήσουν και παγκάκια σε περίοπτα σημεία.

    Όμως το μυστήριο, ποιο είναι τελικά το κίνητρο της διάνοιξης ενός παράνομου, άχρηστου κοινωνικά και επιζήμιου περιβαλλοντικά δρόμου, παραμένει. Η πρώτη υποψία, δικαιολογημένη ίσως λόγω του πανελλήνιου ορυμαγδού των ανεμογεννητριών, είναι ότι εξυπηρετεί ένα τέτοιο σχέδιο. Προς αυτή την κατεύθυνση δείχνει και η ερώτηση των βουλευτών του ΚΚΕ. Άλλη μια ερμηνεία εστιάζει στα συμφέροντα των ιδιοκτητών ξενώνων στον άξονα Γράμμουστας – Πληκατίου (προς το παρόν 3 στην πρώτη, εκ των οποίων ο ένας του στρατού, και 1 στο δεύτερο). Μια λεπτομέρεια, που μπορεί να έχει σημασία – αλλά μπορεί και όχι –, είναι ότι ο Αντιπεριφερειάρχης Θεσπρωτίας Θωμάς Πιτούλης έλκει την απώτερη καταγωγή του από την περιοχή και η οικογένειά του είχε μεγάλες ιδιοκτησίες.

    Μια πιο ριψοκίνδυνη υπόθεση εργασίας ανατρέχει στα προ τετραετίας θυρανοίξια μιας μικρής εκκλησίας δίπλα στο Ηρώο Γράμμου, ύστερα από αίτημα της Μητρόπολης Κόνιτσας και με καθοριστική συμβολή του γνωστού αστέρα των μακεδονικών συλαλητηρίων απόστρατου αντιστρατήγου Φράγκου Φραγκούλη. Είναι επίσης γεγονός ότι ο υπό διάνοιξη δρόμος παρέχει σύντομη πρόσβαση στο Ηρώο από την πλευρά της Δυτικής Μακεδονίας και κατ’ επέκταση όλης της Βόρειας Ελλάδας. Άραγε το κίνητρο είναι η μαζικοποίηση των τελετών της 29ης Αυγούστου, ως πρώτο βήμα ενός «τουρισμού εθνικοφροσύνης» ; Η Δεξιά θέλει να πάρει πίσω τον Γράμμο ;

    Μην αμφιβάλλετε πάντως ότι σύντομα θα εφευρεθούν και νέες, βελτιωμένες εκδοχές «εθνικών λόγων» για την παρανομία. Η εξέλιξη κυριολεκτικά της τελευταίας στιγμής ακούει στο όνομα «Γκιστόβα». Πρόκειται για μια αλπική λίμνη, στη μεθοριακή γραμμή Ελλάδας – Αλβανίας, την οποία, σύμφωνα με χθεσινό (14/10) δημοσίευμα του ιστοτόπου Militaire, «μας την έχουν αρπάξει οι Αλβανοί». Το ωραίο (ή μήπως τραγικό ;) είναι ότι «τσίμπησε» και ο ΣΥΡΙΖΑ, 14 βουλευτές του οποίου κατέθεσαν σήμερα σχετική ερώτηση με βάση το δημοσίευμα. Βεβαίως η Γκιστόβα βρίσκεται αρκετά μακριά από τα διοικητικά όρια της Ηπείρου, κοντά στη Γράμμουστα, και το σενάριο εμφανίζει κενά. Και σε κάθε περίπτωση, όταν δύο γείτονες, και μάλιστα σύμμαχες, χώρες αντιμετωπίζουν τέτοια προβλήματα, προχωρούν σε συμφωνία ακριβούς οριοθέτησης των συνόρων τους και, σε περίπτωση διαφωνίας, πάνε σε Διεθνές Δικαστήριο.  

    Γι΄αυτό και τα πιο κρίσιμα ερωτήματα δεν αφορούν ούτε τις, πολλαπλών κατά κανόνα στοχεύσεων, εξυπηρετήσεις του Περιφερειάρχη Ηπείρου ούτε τη σχέση του με τη νομιμότητα και το δημόσιο συμφέρον. Αλλά τις ευθύνες του κ. Δένδια, ο οποίος είτε εγκρίνει και συμμετέχει σε μια παράνομη επέμβαση είτε ανέχεται τις δραστηριότητες ενός κυκλώματος, που χρησιμοποιεί τα μηχανήματα του στρατού.

 

Θα τελειώσω με κάποιες σκέψεις για τον συντονισμό των αντιδράσεων. Την Κυριακή 13/10 βρέθηκα στην Αετομηλίτσα για μια συγκέντρωση διαμαρτυρίας. Ήταν δύο οι ομάδες με μαζική παρουσία, μία από μέλη ορειβατικών συλλόγων και μία του ΚΚΕ. Όταν πλησίασε η δεύτερη, η πρώτη διαλύθηκε και αποχώρησε - και η αίσθησή μου είναι όχι μόνο επειδή έπρεπε να ανέβουν το βουνό. Θεωρώ ότι η ανάγκη να συναντηθούν οι διαφορετικοί κόσμοι είναι μεγάλη.

Πέμπτη 21 Απριλίου 2022

Αιτιολόγηση ψήφου στην ουκρανική κρίση

 
  Ως γνωστόν η Ιστορία δεν γράφεται με υποθετικούς λόγους τρίτου είδους. Αυτοί όμως δεν είναι και τελείως άχρηστοι, επειδή μας βοηθούν να αποτιμήσουμε πληρέστερα γεγονότα του παρελθόντος και κυρίως επειδή προσδιορίζουν ένα πλαίσιο εκτιμήσεων και ευθυνών για το παρόν και το μέλλον. Θα διατυπώσω δύο τέτοια παραδείγματα υποθετικών λόγων, που πρέπει φυσικά να διαβαστούν μαζί με τα συμπεράσματα, που τους συνοδεύουν.

1.Το 1994 υπογράφεται το Μνημόνιο της Βουδαπέστης, σύμφωνα με το οποίο η Ουκρανία παραδίδει όλα τα σοβιετικά πυρηνικά όπλα, που υπήρχαν στο έδαφός της, στη Ρωσία. Η τελευταία, όπως και οι ΗΠΑ, η Βρετανία κλπ., εγγυάται την εδαφική ακεραιότητα της Ουκρανίας. Ακολουθούν ακόμα δύο, διμερείς αυτές, διεθνείς συνθήκες, με τις οποίες η Ρωσία αναγνωρίζει την εδαφική ακεραιότητα και τα σύνορα της Ουκρανίας, η Συνθήκη Φιλίας του 1997, με την οποία επίσης παραχωρείται για 20 χρόνια ο ναύσταθμος της Σεβαστούπολης στον ρωσικό πολεμικό στόλο, και η Συμφωνία οριοθέτησης των ρωσο-ουκρανικών συνόρων του 2003 – η τελευταία μάλιστα με υπογραφή κυβέρνησης του Πούτιν !. Και οι τρείς διεθνείς συνθήκες παραβιάζονται ασύστολα με την προσάρτηση της Κριμαίας το 2014 και κονιορτοποιούνται με τη σημερινή εισβολή. Ερώτημα : «Εάν η Ουκρανία δεν είχε παραδώσει τα πυρηνικά της όπλα, θα ήταν εξίσου εύκολη η απόφαση της εισβολής για τον Πούτιν ;».

2.Το 2008 πραγματοποιείται η Σύνοδος Κορυφής του ΝΑΤΟ στο Βουκουρέστι, όπου ο Μπους έχει δεσμευτεί στους Προέδρους Γιούσενκο της Ουκρανίας και Σαακασβίλι της Γεωργίας για την άμεση ένταξη των χωρών τους στο ΝΑΤΟ. Ο γαλλογερμανικός άξονας όμως (Μέρκελ – Σαρκοζί), χολωμένος από την παράκαμψή του για την εισβολή στο Ιράκ αλλά κυρίως επενδύοντας στις καλές σχέσεις με τη Ρωσία, βάζει βέτο στη διεύρυνση (βρίσκει την ευκαιρία να πουλήσει τζάμπα μαγκιά και ο Καραμανλής για την ένταξη της τότε Δημοκρατίας της Μακεδονίας υπό το προσωρινό όνομα FYROM αλλά αυτό είναι άλλη ιστορία). Ερώτημα : «Εάν η Ουκρανία είχε ενταχθεί στο ΝΑΤΟ, θα τολμούσε άραγε να εισβάλει σήμερα ο Πούτιν ;».

Τα δύο παραπάνω υποθετικά ερωτήματα είναι διατυπωμένα πρωθύστερα και πολιτικά, στα πλαίσια μιας κυρίαρχης σήμερα λογικής ισχύος στις διεθνείς σχέσεις, ξένης υποτίθεται προς την οπτική της Αριστεράς. Η οποία και στις δύο περιπτώσεις, και διεθνώς και στην Ελλάδα, όσοι αριστεροί τέλος πάντων ενδιαφέρονται για τις διεθνείς εξελίξεις και πέρα από τα στιγμιαία κεντρίσματα της επικαιρότητας, είχε υποστηρίξει αυτές τις επιλογές. Προσωπικά, εξακολουθώ και σήμερα να θεωρώ ότι τόσο η συγκέντρωση των πυρηνικών όπλων σε λίγα χέρια το 1994 όσο και η αποτροπή της διεύρυνσης του ΝΑΤΟ, για λόγους που αφορούσαν το ίδιο το ΝΑΤΟ, το 2008 ήταν ορθές. Μόνο που είχαν δικαίωση σε ένα άλλο πλαίσιο διεθνών σχέσεων, στην προώθηση συλλογικών συστημάτων ασφάλειας, στην ελπίδα και την πάλη για ένα καλύτερο κόσμο με λιγότερους πολέμους και εξοπλισμούς.

Ποια είναι όμως τα καθήκοντα της Αριστεράς, όταν όλα αυτά αλλάζουν ; Κατά τη γνώμη μου όχι η προσχώρηση στον γεωπολιτικό κυνισμό αλλά η υπεράσπιση, με πάθος και συνέπεια, του δικού της αξιακού πλαισίου. Όχι μόνο με γενικόλογες διακηρύξεις (π.χ. ενάντια στον πόλεμο) αλλά με πολιτικές τοποθετήσεις και δράσεις ενάντια σε όποιον το υπονομεύει και χίλιες φορές περισσότερο σε όποιον το παραβιάζει ανοιχτά. Δεν είναι σε θέση να παίρνει κρατικές αποφάσεις, έχει όμως τη δυνατότητα να επηρεάζει μεγάλα κομμάτια της κοινωνίας και να υποστηρίζει κανόνες και αρχές, που δεν περιορίζονται στο διεθνές δίκαιο και τις διεθνείς σχέσεις αλλά συνέχονται αξεδιάλυτα με το σύνολο του απελευθερωτικού της προτάγματος.

Είναι γι’ αυτό, που με απογοητεύει και με αποξενώνει η στάση ανοχής απέναντι στον εισβολέα Πούτιν, τον εκφραστή νεοτσαρικών πολιτικών, οπαδό αντικομμουνιστικών όσο και ανιστόρητων απόψεων ότι «η Ουκρανία είναι δημιούργημα του Λένιν και των Μπολσεβίκων» και «δεν υπάρχει ουκρανικό έθνος», χρηματοδότη ή/και συνοδοιπόρο του Τραμπ και της Άκρας Δεξιάς σε όλη την Ευρώπη, της «Χρυσής Αυγής» συμπεριλαμβανομένης, και πάνω απ’ όλα ενεχόμενο σ’ ένα ιμπεριαλιστικό πόλεμο, που σπάνια φανερώνεται με τόσο καθαρή μορφή : αμφισβήτηση κρατικής κυριαρχίας και νόμιμης εξουσίας γειτονικού ανεξάρτητου κράτους, περιφρόνηση κανόνων επίλυσης διαφορών, προβολή επιχειρημάτων, που θυμίζουν Χίτλερ το 1938-39, γενικευμένη καταστολή των εσωτερικών αντιδράσεων και πάνω απ’ όλα μιας τεράστιας κλίμακας σφαγή αμάχων και καταστροφή μη στρατιωτικών υποδομών, εμπορικών κέντρων, σχολείων, θεάτρων και 50 (!) νοσοκομείων, όχι τυχαία κατά τον εμπειρογνώμονα του ΟΑΣΕ Μάρκο Σασόλι, σύμφωνα με τον οποίο αυτός ο αριθμός αποκλείει το ενδεχόμενο λάθους ή χρησιμοποίησης από ουκρανικές στρατιωτικές δυνάμεις, που θα μπορούσε να εξεταστεί σε μεμονωμένες περιπτώσεις (Καθημερινή 17/4/2022). Και όμως μερικοί σχετικοποιούν τα πάντα και γοητεύονται από το επιχείρημα κατά του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου «δεν έχει σημασία, ποιός έριξε την πρώτη τουφεκιά».

Άλλοι θεωρούν ότι ξεμπερδεύουν με μια κουβέντα καταδίκης της επίθεσης, ώστε να αρχίσουν στη συνέχεια να επιδίδονται σε «αλλά» και στην αποδυνάμωση της καταδίκης, αφιερώνοντας όλη τους την ένταση απέναντι στο ΝΑΤΟ, στον Ζελένσκι και στο τάγμα Αζόφ -  παραλείποντας ωστόσο τόσο την ταξιαρχία Βάγκνερ όσο και τους Τσετσένους του Καντίροφ - και ξεχνώντας ή υποτιμώντας την αντίσταση, ένοπλη και άοπλη, του ουκρανικού λαού. Υποστηρίζοντας επίσης την «ειρήνη» με συνθηκολόγηση της Ουκρανίας και αποδοχή του εδαφικού της ακρωτηριασμού, ενίοτε με καταδίκη της «ηθικολογίας» και αναπαραγωγή «γεωπολιτικών» επιχειρημάτων από τη φαρέτρα του τσαρισμού, του τύπου «η Ρωσία δεν πρόκειται – ή/και δεν επιτρέπεται - να αφήσει την Ουκρανία». Και όμως μεγαλώσαμε φωνάζοντας «Δεν υπάρχει ειρήνη χωρίς δικαιοσύνη» και διαχωρίζοντας με σαφήνεια το αναλυτικό πλαίσιο από το ηθικό και πολιτικό καθήκον.  

   

Πολύ περισσότερο, που όπως το διατυπώνει ο Ιταλός δημοσιογράφος και συγγραφέας Έτσιο Μάουρο (ΕφΣυν 14/4/2022), «Πώς γίνεται να μη βλέπουμε ότι όλες οι έννοιες, που ποδοπατούνται από τη ρωσική εισβολή, είναι υποχρεωτικά συστατικές όποιας νέας Αριστεράς θέλει να γεννηθεί σήμερα στην Ευρώπη; Η ιερότητα της ανθρώπινης ζωής, το δίκαιο, η αυτονομία, ο αυτοκαθορισμός, ο σεβασμός των κανόνων, η αναγνώριση του κώδικα ρύθμισης των συγκρούσεων. Κι έπειτα: η απόρριψη της αυθαιρεσίας, του νόμου της ισχύος που αντικαθιστά την ισχύ του νόμου, της βίας, της κατάχρησης εξουσίας και του ιμπεριαλισμού. Και βέβαια πάνω απ’ όλα: η υπεράσπιση των αδύναμων και η αλληλεγγύη με τα θύματα. Δύο λέξεις συνδέουν σε ένα ενιαίο σύνολο όλες αυτές τις έννοιες, η δημοκρατία και η ελευθερία, και ένα μέρος του κόσμου τις έχει μεταφράσει σε θεσμούς και Συντάγματα».  Θα απαντήσουν μερικοί «μήπως είναι η πρώτη φορά ;». Παρότι υπάρχει μια εύκολη απάντηση, «ναι, σε τέτοια κλίμακα είναι η πρώτη φορά εδώ και πολλά χρόνια», ισχυρίζομαι ότι η αριστερή δεν είναι η σχετικοποίηση των πάντων αλλά η αντίδρασή μας «κάθε φορά».

Μήπως όμως είμαι αφελής και δεν βλέπω τους ιμπεριαλιστικούς ανταγωνισμούς και τον ρόλο του ΝΑΤΟ, την άνοδο του μιλιταρισμού και την αύξηση των πολεμικών δαπανών, που θυμίζουν 1914 ; Αυτό είναι το μόνο άξιο σεβασμού και συζήτησης επιχείρημα, προφανώς όχι με αυτούς, που υποστηρίζουν τις ελληνικές πολεμικές δαπάνες, και θα αφιερώσω σ’ αυτό τις επόμενες γραμμές. Θεωρώ ότι η μεγαλύτερη αναλογία είναι με την κατάσταση πριν από τον Δεύτερο και όχι τον Πρώτο Παγκόσμιο πόλεμο. Όχι μόνο γιατί ο Πούτιν χρησιμοποιεί όλο το κοκτέιλ της επιχειρηματολογίας του Χίτλερ για τις προσαρτήσεις του, «προστασία των γερμανόφωνων Σουδητών» (Τσεχοσλοβακία), «είμαστε ένας λαός» (Αυστρία) και «χρειαζόμαστε ασφαλή διάδρομο για το Ντάντσιχ» (Πολωνία). Κυρίως επειδή η άμυνα απέναντι στις επιθέσεις του Χίτλερ, του Μουσολίνι και του Φράνκο ήταν ένας νόμιμος πόλεμος. Ούτε απονομιμοποιείται η αντίσταση της Ελλάδας το 1940, επειδή στην εξουσία βρισκόταν το δικτατορικό καθεστώς Μεταξά ή επειδή ενισχυόταν στρατιωτικά από τον βρετανικό ιμπεριαλισμό. Αντίστοιχα, το γεγονός ότι η δημοκρατική Ισπανία έμεινε χωρίς άξιες λόγου πολεμικές ενισχύσεις απέναντι στην πλήρη συμμετοχή της ναζιστικής Γερμανίας και της φασιστικής Ιταλίας ήταν ίσως ο πιο βασικός λόγος, που οδήγησε στην ήττα της στον εμφύλιο.

Δεν μπορώ επίσης να καταλάβω, γιατί η κριτική στον μιλιταρισμό δεν ξεκινάει από την οπλισμένη σαν αστακός Ρωσία, που ασκεί ένοπλη αναθεωρητική πολιτική στο σύνολο του τέως σοβιετικού χώρου, ακόμα και πριν από την επέκταση του ΝΑΤΟ στα ανατολικά (Υπερδνειστερία 1992) ή σε περιοχές εκτός ενδιαφέροντος του ΝΑΤΟ (Κεντρική Ασία). Όχι βέβαια ότι το ΝΑΤΟ, και βασικά οι ΗΠΑ, είναι αθώες για μια σειρά από επεμβάσεις, εγκλήματα ή ό,τι άλλο θέλετε, αλλά φωνάξαμε γι’ αυτά, όταν έπρεπε, όχι για να χρησιμοποιούνται συμψηφιστικά σήμερα. Αφήστε που, όταν φωνάζεις για επεμβάσεις, πριν αυτές γίνουν, θυμίζεις την ιστορία με τον βοσκό και τον λύκο. Στο πρακτικό επίπεδο, τις μεγαλύτερες υπηρεσίες στο ΝΑΤΟ τις έχουν προσφέρει ο Μιλόσεβιτς και ο Πούτιν.  Είχα γράψει παλιότερα ότι, εάν σε κάθε αριστερό, που διαδηλώνει ενάντια στο ΝΑΤΟ, αντιστοιχούν 20.000 ανατολικοευρωπαίοι, που αισθάνονται πιο ασφαλείς μαζί του, η υπόθεση της αναγκαίας διάλυσής του δεν φαίνεται να πάει και τόσο καλά. Πρέπει σήμερα να προσθέσω άλλους τόσους Σκανδιναβούς, δυτικοευρωπαίους εν γένει και Βαλκάνιους. Και πώς να αισθανθούν το ΝΑΤΟ άχρηστο και επικίνδυνο οι άνθρωποι, χωρίς να αντιμετωπιστεί η ανασφάλεια, που αυτό (καμώνεται ότι) καλύπτει ; Η υπεράσπιση ενός άλλου διεθνούς πλαισίου απέναντι πρώτα απ’ όλα στις ωμές παραβιάσεις του διεθνούς δικαίου είναι και πρακτικά αναγκαία.

Για όλους τους παραπάνω λόγους, εκτός από το αυτονόητο όχι στον πόλεμο, «ψηφίζω» εδαφικά ακέραιη Ουκρανία, όπως παλιότερα «ψήφισα» πολυεθνική Βοσνία (εκεί να δείτε πολιτική μοναξιά !) και Ροζιάβα. Και νοιώθω αλληλέγγυος με εκείνα τα κομμάτια της Αριστεράς (Αντιπολεμική στρογγυλή τράπεζα των δυνάμεων της ρωσικής Αριστεράς, Εκτελεστικό Γραφείο της 4ης Διεθνούς κλπ.), που ενσωματώνουν στο πολιτικό τους πρόγραμμα όχι απλώς τον τερματισμό της εισβολής και την επικράτηση μιας πλαστής ειρήνης με τους όρους του εισβολέα αλλά την ήττα του, που θα εγγυηθεί τους όρους μιας δίκαιης ειρήνης. Μη ρεαλιστικά ίσως και στο στρατιωτικό και στο πολιτικό επίπεδο με βάση τον συσχετισμό των δυνάμεων, όπως εξάλλου και στα δύο προαναφερθέντα παραδείγματα, αλλά επιβεβλημένα, κατά την ταπεινή μου γνώμη, για μια άξια των παραδόσεων και του ονόματός της Αριστερά. Ακόμα κι’ αν χρειαστεί να καταφύγω στη ρήση του Άγγελου Ελεφάντη για τις πολιτικές συγκυρίες «ενίοτε μένουμε σχετικά μόνοι».