Τρίτη 28 Απριλίου 2020

Η συνάντηση κόκκινου - πράσινου στις περιοχές Natura




Είναι διπλό το ερέθισμα για τη μικρή σημερινή αναδρομή : Κατά πρώτο και κύριο λόγο οι διατάξεις του "περιβαλλοντικού" νομοσχεδίου Χατζηδάκη και η συρρίκνωση της προστασίας, που επιφυλάσσουν στις προστατευόμενες περιοχές. Με παρακινούν όμως και κάποιες αναθεωρητικές απόψεις, οι οποίες μάλιστα διεκδικούν και οικολογικό πρόσημο, ότι η θεσμοθέτηση των προστατευόμενων περιοχών ήταν και είναι επιλογή του κεφαλαίου με στόχο την εκμετάλλευση του οικοτουρισμού.

Το Ευρωπαϊκό Δίκτυο Natura 2000 και η συναφής Οδηγία της Ε.Ε. για τους οικοτόπους θεσπίστηκαν το 1992, παράλληλα με τη Διάσκεψη του ΟΗΕ για το περιβάλλον στο Ρίο ντε Τζανέϊρο. Είχε προηγηθεί μια έντονη επιστημονική και κινηματική πίεση με στόχο την προστασία της βιοποικιλότητας και του κλίματος, που κατόρθωσε να υπερνικήσει τις σφοδρές αντιδράσεις των διαφόρων παραγωγικών λόμπυ. Η καταληκτική προθεσμία για την πλήρη συμμόρφωση των κρατών – μελών και την ολοκλήρωση του Δικτύου ήταν το 2004 και η Ελλάδα, βολεμένη μέχρι τότε με ελάχιστες περιοχές προστασίας και, κυρίως, χωρίς μηχανισμούς διαχείρισης, υπήρξε εξαιρετικά απρόθυμη στην εφαρμογή του. Μόλις το 2002, με τον ν. 3044, η Κυβέρνηση Σημίτη ίδρυσε 25 Φορείς Διαχείρισης και προώθησε τις αντίστοιχες Κοινές Υπουργικές Αποφάσεις (ΚΥΑ) οργάνωσης των προστατευόμενων περιοχών.

Ας έρθουμε τώρα στη μικρή μας αναδρομή : Το Σχέδιο της ΚΥΑ του Εθνικού Πάρκου Βόρειας Πίνδου, που εκτείνεται σε μεγάλα τμήματα των νομών Ιωαννίνων και Γρεβενών, ήρθε για γνωμοδότηση στο Νομαρχιακό Συμβούλιο των Ιωαννίνων το 2003. Σ’ αυτό συμμετείχαν μόνο οι παρατάξεις της ΝΔ (πλειοψηφία) και του ΠΑΣΟΚ. Οι τρεις παρατάξεις της Αριστεράς, η ΝΑΕ (κυρίως διαγραμμένων του ΚΚΕ), η ΝΑΣ (ΚΚΕ + ΔΗΚΚΙ) και η δική μας Κόκκινη - Πράσινη Παρέμβαση (ΣΥΝ + Δίκτυο Οικολογικής Δράσης Ιωαννίνων + ΟΚΔΕ/Σπάρτακος), παρότι αθροιστικά είχαν αποσπάσει ένα ποσοστό γύρω στο 15 %, δεν είχαν εκπροσώπηση στο Συμβούλιο. Παρ’ όλα αυτά είχαν δικαίωμα λόγου και δεν παρέλειψαν να τοποθετηθούν σ’ ένα μείζον ζήτημα της τοπικής επικαιρότητας.

Με μια καταθλιπτική συμφωνία σχεδόν οι πάντες τάχθηκαν εναντίον του συγκεκριμένου Σχεδίου (ακόμα και η κατά τεκμήριο φιλοκυβερνητική παράταξη του ΠΑΣΟΚ …), ευθυγραμμιζόμενοι με το αρνητικό και φορτισμένο κλίμα, που είχαν καλλιεργήσει δημοτικές αρχές, κτηνοτρόφοι, κυνηγοί κλπ., επιστρατεύοντας ακόμα και οικολογίζοντα επιχειρήματα του τύπου «τη φύση τη βιώνουμε, δεν την αποστειρώνουμε». Εννοείται ότι για τις δύο από τις παρατάξεις της Αριστεράς ένα κεντρικό επιχείρημα ήταν ότι (το Δίκτυο Natura ..) ήταν πολιτική της ΕΕ και του κεφαλαίου ! Μοναδική εξαίρεση η Κόκκινη – Πράσινη Παρέμβαση, που όχι μόνο υποστήριξε το Σχέδιο της ΚΥΑ, χρησιμοποιώντας φυσικά και οικονομικά επιχειρήματα για ένα διαφορετικό μοντέλο ανάπτυξης της ορεινής Ελλάδας, αλλά και κάλεσε την Κυβέρνηση να προχωρήσει άμεσα, χωρίς πολιτικάντικους χειρισμούς και εκπτώσεις και με γενναία χρηματοδότηση του Φορέα Διαχείρισης. Τελικά η ΚΥΑ θεσμοθετήθηκε 2 χρόνια αργότερα από την Κυβέρνηση Καραμανλή, χωρίς να αποφύγει τις κρίσιμες υποχωρήσεις.

Οι προαναφερθείσες απόψεις περί «οικοτουριστικής στρατηγικής του κεφαλαίου» λησμονούν, ή αγνοούν, τον κοινωνικό συσχετισμό δυνάμεων εκείνης της εποχής στη χώρα μας, που, εδώ που τα λέμε, κάθε άλλο παρά προς το καλύτερο έχει αλλάξει σήμερα. Και μπορεί σ’ ένα κόσμο κυριαρχημένο ούτως ή άλλως από το κεφάλαιο να υπάρχουν όντως μερίδες του, κατά κανόνα μικρές και τοπικές, που επενδύουν στον οικοτουρισμό. Το ζήτημα όμως για μας είναι η μάχη για το κλίμα και τη βιοποικιλότητα - και για τις σημαντικές κιβωτούς της, τις προστατευόμενες περιοχές. Και στη μάχη αυτή, όπως αποδεικνύουν εμφατικά οι διατάξεις του νομοσχεδίου Χατζηδάκη, οι ισχυρές και κυρίαρχες μερίδες του κεφαλαίου κάνουν ηχηρή την παρουσία τους στο στρατόπεδο του περιορισμού της προστασίας.

Παρόμοιος αναθεωρητικός ζήλος εμφανίζεται όμως και σε άλλες περιπτώσεις. Διαβάζω λ.χ. ή ακούω απόψεις ότι τα μικρά υδροηλεκτρικά έργα έχουν περισσότερες αρνητικές συνέπειες (περιβαλλοντικές !) από τα μεγάλα φράγματα. Θα ήμουν από τους τελευταίους σ’ αυτή τη χώρα, που θα υποστήριζαν την κερδοσκοπία των εργολάβων - «επενδυτών» των μικρών υδροηλεκτρικών, που δεν κερδίζουν τόσο από την παραγωγή ενέργειας όσο από τον κύκλο εργασιών της κατασκευής και τις επιδοτήσεις, αλλά κάποια στιγμή πρέπει να επιστρέψουμε στην κοινή αλλά και την επιστημονική λογική και στα ποσοτικά και ποιοτικά κριτήρια. Δεν είναι δυνατόν, με μόνο κριτήριο το καθεστώς κρατικής ιδιοκτησίας της ΔΕΗ ή, ακόμα χειρότερα, τις υφιστάμενες ανάγκες πολιτικών συμμαχιών με τα συνδικάτα της ενάντια στην ιδιωτικοποίηση, να παραβλέψουμε ούτε την καταστροφή, που αυτή έχει προκαλέσει στα ελληνικά ποτάμια, ούτε το καθεστώς αλαζονείας, αδιαφάνειας και απουσίας κοινωνικού ελέγχου, με το οποίο λειτουργούσε και συνεχίζει να λειτουργεί.
   
Εν κατακλείδι, η πολυπόθητη συνάντηση της Αριστεράς με την Οικολογία δεν θα γίνει στο έδαφος της υποταγής ούτε της μιας ούτε της άλλης. Και οι καιροί ου μενετοί !