Πέμπτη 23 Οκτωβρίου 2025

Το στοίχημα του Βελισσαρίου

 


 Το στρατόπεδο Βελισσαρίου ή Βελισσάριο, όπως το αποκαλούμε συχνά στα Γιάννενα, είναι σήμερα, μετά από την εκκένωσή του από το στρατιωτικό προσωπικό, μια κενή έκταση 580 στρεμμάτων στη νότια είσοδο της πόλης. Η ιδιότητά του ως προνομιακού οικοπεδικού φιλέτου αλλά και η διεκδίκησή του για τις ανάγκες της πόλης θα καθορίσουν το μέλλον του.

Ας αρχίσουμε όμως από το παρελθόν : Η ονομασία του ανατρέχει στις τελευταίες μέρες του πρώτου Βαλκανικού πολέμου, όταν ναι μεν είχε επισφραγιστεί η νίκη των Βαλκανίων συμμάχων και η ανακωχή του Νοεμβρίου του 2012 οδηγούσε στη Διάσκεψη του Λονδίνου, αλλά έμενε σε εκκρεμότητα το μέλλον τριών, κρίσιμων για την ατζέντα των εδαφικών διεκδικήσεων, οθωμανικών πόλεων, που εξακολουθούσαν υπό ασφυκτική πίεση χρόνου να πολιορκούν, οι σύμμαχοι - τα Γιάννενα οι Έλληνες, την Αδριανούπολη οι Βούλγαροι και τη Σκόδρα Μαυροβούνιοι και Σέρβοι. Η οθωμανική άμυνα των Ιωαννίνων, συνιστάμενη σε μια σειρά οχυρών στους ορεινούς όγκους γύρω από το λεκανοπέδιο με σημαντικότερο το «απόρθητο» Μπιζάνι, είχε αποκρούσει επιτυχώς τις ελληνικές επιθέσεις. 

 

Μέχρι τη στιγμή που ο Ταγματάρχης Βελισσαρίου, επικεφαλής μικρής σχετικά δύναμης και παρακούοντας τις εντολές του Επιτελάρχη Βασιλιά Κωνσταντίνου, διείσδυσε παράτολμα από το ύψωμα της Μανωλιάσσας και τη βαλτώδη τότε έκταση της Λαγκάτσας στην καρδιά του λεκανοπεδίου και διέκοψε την τηλεγραφική επικοινωνία μεταξύ Μπιζανίου και Ιωαννίνων. Θεωρώντας ότι το Μπιζάνι έπεσε, οι οθωμανικές αρχές αποφάσισαν να παραδώσουν την πόλη και στις 21 Φεβρουαρίου του 1913 ο ελληνικός στρατός παρέλασε στα Γιάννενα. O Βελισσαρίου βέβαια δεν έζησε για να απολαύσει τη δημόσια αναγνώριση, αφού λίγο αργότερα σκοτώθηκε στη μάχη της Κρέσνας, την τελευταία του δεύτερου Βαλκανικού πολέμου εναντίον των Βουλγάρων.

Τιμήθηκε ωστόσο δεόντως μετά θάνατον, καθώς διάφοροι δρόμοι αλλά και δύο στρατόπεδα  - το δεύτερο είναι η Σχολή Πεζικού στη Χαλκίδα, λόγω της καταγωγής του από την Κύμη – φέρουν το όνομά του. Αυτό των Ιωαννίνων ιδρύθηκε το 1958 με αναγκαστική απαλλοτρίωση ιδιωτικών περιουσιών, ενσωματώνοντας και κάποια προϋφιστάμενα κτίσματα της περιοχής, όπως το διώροφο οθωμανικό Πολυτεχνείο (Ισλαχανέ), μια τεχνική σχολή του 19ου αιώνα, που έχει κηρυχθεί διατηρητέο. 


Οι εκατοντάδες των στρατοπέδων, που ιδρύθηκαν δίπλα, ή και μέσα, στον αστικό ιστό των ελληνικών πόλεων στη διάρκεια του Ψυχρού πολέμου, προφανώς δεν εξυπηρετούσαν «αμυντικές» ανάγκες – αντίθετα, μετέτρεπαν τις πόλεις σε στόχους - αλλά ήταν χρήσιμες για την επιτήρηση του «εσωτερικού εχθρού» και επιπλέον εξασφάλιζαν βολικές συνθήκες για το στρατιωτικό προσωπικό. Η πτώση του μετεμφυλιακού κράτους το 1974, η εκλογή του ΠΑΣΟΚ το 1981 και η κατάρρευση των ανατολικοευρωπαϊκών καθεστώτων το 1989-90, και του μπαμπούλα του «από Βορρά κινδύνου», δημιούργησαν τις αντικειμενικές προϋποθέσεις για τη διεκδίκηση πολλών στρατιωτικών εκτάσεων από την Τοπική Αυτοδιοίκηση τις επόμενες δεκαετίες, που κλιμακώθηκε με ψηφίσματα της ΚΕΔΚΕ, δημιουργία Πανελλαδικού δικτύου διεκδίκησης κλπ. Κάποιες από τις διεκδικήσεις ευοδώθηκαν, οι περισσότερες όμως όχι, καθώς προσέκρουσαν στην αντίδραση του Υπουργείου Εθνικής Άμυνας και των στρατιωτικών λόμπυ. Ως επίσημος λόγος προβάλλεται η μερική οικοπεδοποίηση των στρατοπέδων για τις ανάγκες του «στεγαστικού προγράμματος των ενόπλων δυνάμεων», όπως το έχει θέσει κομψά και ο σημερινός Υπουργός Δένδιας. Στην ουσία όμως, όπως μας ενημέρωσε πρόσφατα (13/7/2025) και ο ιστότοπος tourismtoday.gr., το τελευταίο κυρίως διάστημα βρίσκεται σε εξέλιξη ένα σχέδιο «Army Real Estate», κερδοσκοπικής δηλαδή οικοπεδοποίησης, σύμφωνα με το «μοντέλο της Εκκλησίας».

Το Βελισσάριο γνώρισε ένα διάστημα κινητικότητας το 2008-2009, κινηματικής αλλά και «αναπτυξιακής» με τον τότε Δήμαρχο Γκόντα να ρίχνει την ιδέα να γίνει εκεί γήπεδο του ΠΑΣ Γιάννενα ! Το Ρυθμιστικό Σχέδιο του 2008 πάντως, το οποίο ωστόσο ουδέποτε θεσμοθετήθηκε, προέβλεπε τη δημιουργία πάρκου πρασίνου, πολιτισμού και διοικητικού κέντρου. Η συζήτηση συνεχίστηκε αποραδικά αλλά αυτό, που την πυροδότησε σε πιο ρεαλιστική βάση, ήταν η περυσινή εξαγγελία της κατάργησης 132 στρατοπέδων (από τα 837 συνολικά !) από τον Δένδια, του Βελισσαρίου συμπεριλαμβανομένου, η οποία υλοποιήθηκε με γοργούς ρυθμούς. Παρά το ότι ο ιδιοκτησιακός ρόλος του Υπουργείου και των αντίστοιχων φορέων διαχείρισης και αξιοποίησης (υπό τα σημερινά τους ονόματα ΤΑΕΘΑ και ΦΑΑΕΔ) είναι οχυρωμένος νομοθετικά, τίποτε δεν αποκλείει την παραχώρηση με πολιτική απόφαση, όπως έγινε πρόσφατα με την εκποίηση των 51 στρεμμάτων του στρατοπέδου Μαρκοπούλου στον Δήμο Χανίων έναντι του, προφανώς συμβολικού, τιμήματος των 2 εκατομμυρίων ευρώ. Στην περίπτωσή μας μάλιστα υπάρχει η δημόσια δέσμευση, και μάλιστα δύο φορές κατά την προεκλογική περίοδο του 2023, του ίδιου του Μητσοτάκη, ότι ΟΛΟΚΛΗΡΟ το Βελισσαρίου θα παραχωρηθεί στον Δήμο Ιωαννιτών. Η σημερινή δημοτική αρχή, το ΤΕΕ Ηπείρου και τα περισσότερα κόμματα και παρατάξεις στηρίζουν τη διεκδίκηση της συνολικής παραχώρησης και δημόσιας χρήσης με ανοιχτούς και κλειστούς κοινόχρηστους χώρους. Τον όρο «πάρκο Βελισσαρίου» έχει υιοθετήσει και το εν ισχύϊ Περιφερειακό Χωροταξικό Πλαίσιο Ηπείρου του 2018.

Η διεθνής εμπειρία της δεύτερης ζωής των πρώην στρατιωτικών εκτάσεων παρουσιάζει μεγάλη ποικιλία τόσο σε ό,τι αφορά το είδος της χρήσης όσο και τον υπεύθυνο της διαχείρισης. Αλλού έχουν φιλοξενήσει στεγαστικά προγράμματα, αλλού κοινωνικές υποδομές - λ.χ. στη Βαρκελώνη, τη Βερόνα και τη σουηδική Κάρλσκρουνα έχουν αναπτυχθεί πανεπιστημιακά ιδρύματα -  αλλού έχουν διατηρηθεί ως ιστορικοί χώροι και αλλού έχουν μετατραπεί σε χώρους πρασίνου και αναψυχής. Μια ενδιαφέρουσα πτυχή είναι η δημιουργία τουριστικών μύθων στους χώρους τους. Το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η «ελεύθερη πόλη» της Χριστιάνια στην Κοπεγχάγη, που ξεκίνησε το 1971, όταν μια ομάδα πολιτών κατέλαβε μια αχρησιμοποίητη στρατιωτική έκταση και έδωσε το σύνθημα για μια μεγάλη συγκέντρωση οπαδών του εναλλακτικού τρόπου ζωής και κοινωνικής οργάνωσης. Η σύγκρουση με το δανέζικο κράτος, συνήθως στο όνομα της καταπολέμησης των ναρκωτικών, κράτησε πολλά χρόνια αλλά η Χριστιάνια επέζησε και μετατράπηκε σε πόλο προσέλκυσης αμφισβητιών απ’ όλο τον κόσμο. Σήμερα πάντως, παρότι εξακολουθεί να μυρίζει συχνά χασίς, η επίδραση του mainstream τουρισμού έχει αφαιρέσει σε μεγάλο βαθμό το παλιό αγωνιστικό πνεύμα.

Η Μετέλκοβα από την άλλη ήταν ένα στρατόπεδο του ομοσπονδιακού γιουγκοσλαβικού στρατού στη Λιουμπλιάνα, που πολιορκήθηκε από τους διαδηλωτές κατά τη διακήρυξη της σλοβένικης ανεξαρτησίας το 1991. Οι πολίτες παρέμειναν στον χώρο και στη συνέχεια και τον μετέτρεψαν σε κέντρο εναλλακτικής σκηνής και κουλτούρας. Την ημέρα η Μετέλκοβα φιλοξενεί καλλιτεχνικά εργαστήρια, θεατρικές ομάδες, γκαλερί και τρία μουσεία και τη νύχτα κάθε είδους μουσική τάση σε επτά διαφορετικούς χώρους

 

Επιστρέφοντας στα καθ’ ημάς, το θέμα είναι ότι οι κυβερνητικοί παράγοντες και Υπουργοί εμφανίζονται εξαιρετικά απρόθυμοι να υλοποιήσουν την πρωθυπουργική δέσμευση. Το δε τοπικό πολιτικό προσωπικό της ΝΔ, σε ανοιχτή γραμμή μαζί τους, επιδίδεται σε τακτικές κινήσεις υπονόμευσης. Είναι απίστευτη η προθυμία του Περιφερειάρχη Ηπείρου Καχριμάνη να αμφισβητήσει τις υποσχέσεις Μητσοτάκη, παρά την ύπαρξη των βίντεο, που τον διαψεύδουν (βλ. https://www.epiruspost.gr/i-yposchesi-toy-mitsotaki-gia-to-veliss/), ενώ η βουλεύτρια Ιωαννίνων Κεφάλα έσπευσε να καταθέσει πρόταση μεταφοράς του αστυνομικού μεγάρου στο Βελισσάριο, αβαντάροντας την πελατειακή «σαλαμοποίηση» ως μέσο αποδυνάμωσης της συνολικής παραχώρησης.

 

Από την άλλη πλευρά, το νεοσυσταθέν «Συντονιστικό συλλογικοτήτων & πολιτών – Αγώνας για Αστικό Πάρκο στο Βελισσάριο», που, εμπνευσμένο από το παράδειγμα της ΔΕΘ Θεσσαλονίκης, έχει συζητήσει και τη συλλογή υπογραφών με στόχο τη διεξαγωγή δημοψηφίσματος, αντιτίθεται σε κάθε σχέδιο οικοδόμησης και προβάλλει το σύνθημα «Κανένα κτίριο στο Βελισσάριο». Είναι ευνόητες οι ευεργετικές συνέπειες της ανάπτυξης υπαίθριων δημόσιων χώρων, και ιδιαίτερα υψηλού πρασίνου, στις πυκνά και άναρχα δομημένες ελληνικές πόλεις. Ειδικά το Βελισσάριο έχει την τύχη να συνορεύει με το ήδη υφιστάμενο δημοτικό Πάρκο Πυρσινέλλα και η προοπτική της συνένωσης - και της ανάπτυξης πρασίνου στο γυμνό σήμερα στρατόπεδο - θα δημιουργούσε ένα μείζονα, υπερτοπικής σημασίας, πνεύμονα πρασίνου στο λεκανοπέδιο. Το ερώτημα όμως δεν αφορά την αντίθεση στην οικοπεδοποίηση, είτε πρόκειται για επιχειρήσεις real estate είτε για κατοικίες στρατιωτικών, αλλά τον ρεαλισμό του στόχου για αποκλεισμό κάθε κτιριακής υποδομής – άραγε και δημόσιας ; - σ’ αυτόν τον τεράστιο συγκριτικά χώρο. Δεν θα είχε θέση κάποιο μουσείο ή κάποια κοινωνική δομή χαμηλού κτιριακού ύψους, ένα υπαίθριο θέατρο ή μια κοινόχρηστη αθλητική εγκατάσταση; Και δεν θα συνεισέφερε πόρους, αναγκαίους για τη συντήρηση του πάρκου ; Ένα συναφές δεύτερο ερώτημα προκύπτει φυσικά για τα όρια μιας τέτοιας μικτής χρήσης. Θα άντεχε ο χώρος τον συνωστισμό ενός διοικητηρίου ή ενός αστυνομικού μεγάρου ; Για γήπεδο δεν χρειάζεται φυσικά να συζητήσουμε. 

 

Το τρίτο ερώτημα είναι, αν τα Γιάννενα διαθέτουν το κρίσιμο πληθυσμιακό μέγεθος, ώστε το κινηματικό του ποσοστό να είναι σε θέση να παραγάγει πολιτικές εξελίξεις – και μέχρι ποιο βαθμό και με ποιες συμμαχίες. Οπότε αξίζει τον κόπο να ρίξουμε και μια ματιά στην ιστορία του κινήματος υπεράσπισης των ελεύθερων χώρων στην πόλη, που ανατρέχει στην πρώτη δεκαετία του αιώνα ως αντίδραση στην επιθετική πολιτική ιδιωτικοποίησης δημόσιων χώρων από την προαναφερθείσα δημοτική αρχή. Τις αμυντικές μάχες ενάντια στο πάρκιγκ της πλατείας, την εγκατάσταση του ΚΤΕΛ στην προστατευόμενη παραλίμνια ζώνη και κυρίως την κατεδάφιση του Ξενία (βλ. και https://papadimitriou-giannis.blogspot.com/2021/06/2005.html), διαδέχτηκε το παράδειγμα της «Όασης». Το κτίριο του Κωνσταντινίδη με τη μεγάλη αυλή στο κέντρο της πόλης είχε σταδιοδρομήσει επί δεκαετίες ως λαϊκό καφενείο και λειτουργούσε ως δημοτική επιχείρηση μέχρι την ιδιωτικοποίησή του. Στον βανδαλισμένο χώρο, που άφησε πίσω του, μαζί με φέσι δεκάδων χιλιάδων ευρώ, ο ενοικιαστής, αναπτύχθηκε, αρχής γενομένης από την εκδήλωση του ΣΥΡΙΖΑ τον Οκτώβριο του 2008, ένα ριζοσπαστικό πείραμα κοινωνικής διεκδίκησης από το 2009 μέχρι το 2014 από τη συλλογικότητα «Πολίτες για την αναβίωση της Όασης», στην οποία συνεργάστηκαν ένα κομμάτι της Αριστεράς, ένα του αντιεξουσιαστικού χώρου και αρκετοί ανένταχτοι. Το κίνημα της Όασης πέτυχε την αρχιτεκτονική αποκατάσταση του κτιρίου όχι όμως και την οριστική κατοχύρωση του χώρου ως κοινόχρηστου, καθώς μισθώθηκε εκ νέου σε ιδιώτη.

 

Σε κάθε περίπτωση στο Βελισσάριο δεν έχουν ακόμα … στρατοπεδεύσει εργολαβικά συμφέροντα. Και το πράσινο όμως θα χρειαστεί καμιά εικοσαετία για να αναπτυχθεί. Προς το παρόν το μέλλον του παραμένει ανοιχτό στοίχημα.

1 σχόλιο:

  1. Πολύ επίκαιρο θέμα, άρτια ανάλυση με ιστορικές αναφορές και ενδειαφέροντα συγκριτικά στοιχεία σε άλλα κράτη , έλλειπε όμως η πρόταση , αν μου επιτρέπεις προτείνω το 30- 30 - 30 - 10 δηλ 30% στέγη (προ πάντων φοιτητική ) 30% κοινωφελή ή κοινόχρηστα έργα ( δημοτικά και άλλα) , 30% πράσινο το οποίο να συνδυαστεί με το πάρκο Πυρσινέλλα και τέλος 10% για άλλες χρήσεις .

    ΑπάντησηΔιαγραφή