Πέμπτη 17 Οκτωβρίου 2019

Η ιστορία των Αυτοδιοικητικών εκλογών στα Γιάννενα


ΒΙΒΛΙΟΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ *

«Οι αποστάτες, τα ρέντζελα και οι δήμαρχοι» των Βαρβάρας Αγγέλη και Γιώργου Τσαντίκου

Πρώτα απ’ όλα πρέπει να πω δυο λόγια για τους συγγραφείς του βιβλίου. Η Βαρβάρα Αγγέλη και ο Γιώργος Τσαντίκος συστήθηκαν στο γιαννιώτικο αναγνωστικό κοινό ως δημοσιογράφοι του τοπικού Τύπου. Μετά από τη διακοπή της συνεργασίας τους αποφάσισαν, μαζί με τον συνάδελφό τους Γιώργο Πατέλη, αντί να ψάξουν για καινούργια δουλειά, να πάρουν τις δημοσιογραφικές τους τύχες στα χέρια τους, ιδρύοντας τη διαδικτυακή σελίδα «Τύπος Ιωαννίνων/typos-i.gr», που έχει πλέον καθιερωθεί ως έγκυρη φωνή παρουσίασης και σχολιασμού της τοπικής επικαιρότητας. Οι φιλοδοξίες της παρέμβασής τους φαίνεται όμως ότι δεν εξαντλούνται εκεί, διότι μας έχουν ήδη παραδώσει δύο πολύ ενδιαφέροντα βιβλία τοπικής ιστορίας.

Το πρώτο με τίτλο "25+1 ρετρό ιστορίες" μας παρουσίασε κτίρια, μνημεία και τοπόσημα των Ιωαννίνων, αφηγούμενο την ιστορία τους και την ιστορία των ανθρώπων, που συνδέθηκαν μ’ αυτά, μ’ ένα τρόπο πρωτότυπο και εύληπτο. Η δουλειά τους πήρε πολύ χρόνο έρευνας σε αρχεία εφημερίδων, βιβλιογραφία και αναμνήσεις ανθρώπων και είχε ως αποτέλεσμα μια μικρή ιστορία της πόλης μέσα από την αρχιτεκτονική και την πολεοδομία της, αν θέλετε με μια καταβύθιση στο παρελθόν κάθε επιμέρους χώρου, για την οποία πασχίζει η σύγχρονη γενιά τουριστικών οδηγών. 

Ο ίδιος μόχθος διακρίνει και το σημερινό τους βιβλίο, που καταπιάνεται με την ιστορία των δημοτικών εκλογών από το 1925 μέχρι το 2014 στον Δήμο Ιωαννιτών αλλά και των νομαρχιακών από το 1990 στον Νομό Ιωαννίνων και των περιφερειακών από το 2010 στην Περιφέρεια Ηπείρου. Το βιβλίο εκδόθηκε πριν από τις πρόσφατες Αυτοδιοικητικές εκλογές και γι’ αυτό δεν συμπεριλαμβάνει τα αποτελέσματά τους.

Φυσικά υπήρχαν και πριν από το 1925 Δήμαρχοι στην πόλη, στην πραγματικότητα άρχισαν να διορίζονται ήδη από το 1871 ενώ η προσάρτηση των Ιωαννίνων στο ελληνικό κράτος το 1913 δεν άλλαξε το καθεστώς των διορισμών. Είναι μάλιστα ενδιαφέρον ότι ο τελευταίος Δήμαρχος της οθωμανικής περιόδου, ο Μουσουλμάνος Γιαγιά Μπέης παρέμεινε στη θέση του μέχρι το 1916.

  Ας αφήσουμε όμως την προϊστορία της Αυτοδιοίκησης και ας μπούμε στην ιστορία της, που αρχίζει με την καθιέρωσή της ως αιρετής εξουσίας. Θεωρώ ότι πρέπει να κατηγοριοποιήσουμε τις 19 (και ήδη 20) εκλογικές αναμετρήσεις σε 3 περιόδους : α) στην προπολεμική περίοδο β) στα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια μέχρι τη χούντα των συνταγματαρχών και γ) στο διάστημα από τη μεταπολίτευση μέχρι σήμερα. Τα κριτήρια αυτής της περιοδολόγησης είναι :

-       Οι τεράστιες διαφορές στη φυσιογνωμία και το γενικό πολιτικό κλίμα της χώρας

-       Τα μεγάλα χρονικά κενά χωρίς εκλογές λόγω πολεμικών περιπετειών ή αντιδημοκρατικών εκτροπών μεταξύ των περιόδων αυτών

-       Και τέλος και ένα υποκειμενικό στοιχείο, καθώς για την τρίτη περίοδο των τελευταίων 40 χρόνων ένα σημαντικό τμήμα του σημερινού ακροατηρίου έχει προσωπικές αναμνήσεις, ενίοτε έντονες, πράγμα που ισχύει και για τον ομιλούντα.

     Θα προσπαθήσω να συνοψίσω τις ιστορίες, που μας αφηγούνται οι συγγραφείς, σε κάποιους αριθμούς :

-       Από το 1925 μέχρι τον πόλεμο έγιναν 3 εκλογικές αναμετρήσεις, από τις οποίες η Δεξιά κέρδισε την πρώτη, το 1925, με επικεφαλής τον Βασίλειο Πυρσινέλλα και το Κέντρο τις δύο επόμενες, το 1929 και το 1934, και τις δύο με τον Δημήτρη Βλαχλείδη.

-       Μέχρι το 1951 μεσολαβεί ένα κενό 17 χρόνων, το οποίο διακόπτεται μόνο από τις ιδιόρρυθμες εκλογές του 1944, όπου η εκλογή έγινε από τα εργατικά και τα επαγγελματικά σωματεία και είχε ως αποτέλεσμα την επιλογή του Πέτρου Αποστολίδη της Αριστεράς, τη στιγμή που ο ίδιος απουσίαζε από την πόλη όντας όμηρος του ΕΔΕΣ


-       Από το 1951 μέχρι το 1964 έγιναν 4 εκλογικές αναμετρήσεις, από τις οποίες οι δυνάμεις του Κέντρου κέρδισαν τις 3 (το 1951 με τον Θεόδωρο Θεοδωρίδη, το 1954 με τον Γρηγόρη Σακκά και το 1964 με τον Γιώργο Μελανίδη, την τελευταία φορά με τη σύμπραξη της Αριστεράς), και η Δεξιά αυτές του 1959 με έναν προαναφερθέντα, τον Σακκά ! Βλέπουμε ότι ο ίδιος άνθρωπος, ο διαβόητος Γορ – Γορ, το 1954 εμφανίστηκε ως, ιδιόρρυθμος είναι αλήθεια, εκπρόσωπος του Κέντρου και το 1959 της Δεξιάς. Η πορεία του Σακκά, που ξεκίνησε προπολεμικά ως εκδότης σατιρικής εφημερίδας, έχει ούτως ή άλλως να επιδείξει «ευελιξία», αφού κατάφερε να συνδυάσει τον έπαινο στη συνθηκολόγηση της Κυβέρνησης Τσολάκογλου με τη στέγαση πρώην ΕΛΑΣιτών στα ψηφοδέλτιά του και τον χοντροκομμένο λαϊκισμό με το ένστικτο πολιτικής επιβίωσης.


-       Και τέλος, από το 1975 μέχρι το 2014, οπότε έγιναν 11 εκλογικές αναμετρήσεις στον Δήμο Ιωαννιτών,  ο συνασπισμός του Κέντρου και της Αριστεράς ή κομματιών της κέρδισε 6 νίκες (το 1975 με τον Κώστα Μπέγκα, το 1982 με τον Σπύρο Κατσαδήμα, το 1990 και το 2010 με τον Φίλιππα Φίλιο, το 1994 με τον Λευτέρη Γκλίναβο και το 2014 με τον Θωμά Μπέγκα – η μοναδική περίπτωση οικογενειακής συνέχειας), η Δεξιά 4 (το 1978 με τον Κώστα Φρόντζο, το 1998 με τον Τάσο Παπασταύρο και το 2002 και 2006 με τις 2 συνεχόμενες νίκες του Νίκου Γκόντα) και η Αριστερά 1, το 1986 με τον Φίλιο. Ο τελευταίος, που κατέχει και το ρεκόρ των 3 δημαρχιακών θητειών στην πόλη, το 1986 εκλέχθηκε ως υποψήφιος του ΚΚΕ αλλά τόσο το 1990 όσο και το 2010 ηγήθηκε συνδυασμών, στους οποίους συμμετείχαν δυνάμεις του Κέντρου και της Αριστεράς.

Με βάση τα παραπάνω μπορούμε να συμπεράνουμε ότι ο κεντροαριστερός προσανατολισμός είναι πλειοψηφικός στα Γιάννενα, με σημαντικότερη εξαίρεση τις 3 συνεχόμενες εκλογικές νίκες της Δεξιάς (ή της Κεντροδεξιάς αν προτιμάτε) από το 1998 μέχρι το 2006. Αυτό βεβαίως σε καμιά περίπτωση δεν σημαίνει ότι τα στρατόπεδα είναι αμιγή και εύκολα διακριτά. Πολλές φορές η δυναμική των υποψηφίων διεμβολίζει αντίπαλους χώρους, οι μεταγραφές υποψηφίων συμβούλων δημιουργούν πολυσυλλεκτικά ψηφοδέλτια, οι εσωκομματικές διαμάχες και η παρέμβαση παραγόντων, όπως του βενιζελικού Υπουργού Ναυτικών Μπότσαρη το 1929, δημιουργούν αντίπαλα ψηφοδέλτια από τον ίδιο χώρο πολιτικής αναφοράς, η στάση των τοπικών Μέσων Ενημέρωσης δεν αντιστοιχείται πάντα με τη γενικότερη κατεύθυνσή τους και πολλοί άλλοι αστάθμητοι παράγοντες, για τους οποίους θα διαβάσετε στο βιβλίο, παίζουν τον δικό τους ρόλο στα τελικά αποτελέσματα.

Η επαγγελματική προέλευση των εκλεγμένων Δημάρχων είναι επίσης ενδιαφέρουσα : Στις 19 εκλογικές αναμετρήσεις οι γιατροί διατηρούν την πρώτη θέση με 7 νίκες (8 στις 20, αν προσθέσουμε και την πρόσφατη του Μωϋσή Ελισάφ !), έπονται οι δικηγόροι με 5, οι μηχανικοί με 3 (ο ένας αρχιτέκτονας), οι δημοσιογράφοι με 2 και τον κατάλογο συμπληρώνουν ένας ανώτερος υπάλληλος της Διοίκησης και ένας χημικός - οινολόγος.


Στον δεύτερο βαθμό Αυτοδιοίκησης, που καθιερώθηκε με τη διοικητική μεταρρύθμιση του «Καποδίστρια» το 1994, η συνεργασία ΠΑΣΟΚ – ΣΥΝ με επικεφαλής τον δημοσιογράφο Νίκο Ζαρμπαλά κέρδισε τις 2 πρώτες νομαρχιακές εκλογές και η Νέα Δημοκρατία με τον μηχανικό Αλέκο Καχριμάνη τις 2 επόμενες, ο οποίος συνέχισε τις νίκες του και στις περιφερειακές εκλογές, που θέσπισε το σχέδιο «Καλλικράτης», επικρατώντας το 2010, το 2014 και ήδη και το 2019 (5 συνεχόμενες εκλογικές νίκες !).

Ο Γιώργος και η Βαρβάρα έχουν καταπιαστεί με και έχουν δαμάσει ένα τεράστιο αρχειακό υλικό, το οποίο αναφέρουν και στο τέλος, προκειμένου να περιφρουρήσουν τον βασικό τους στόχο, που είναι η πυκνή και συνοπτική παρουσίαση. Και ενώ αυτή η επιδίωξη δίνει αναγκαστικά σ’ ένα βιβλίο μόλις 120 σελίδων μια «δημαρχοκεντρική» οπτική, την ίδια ώρα οι συγγραφείς του φροντίζουν να μη παραλείψουν τα ουσιώδη στοιχεία, ώστε να κατανοεί ο αναγνώστης το πλαίσιο. Σε κάθε κεφάλαιο του βιβλίου, που αντιστοιχεί και σε μια διαφορετική εκλογική αναμέτρηση, συμπεριλαμβάνεται μια παρουσίαση της γενικής πολιτικής κατάστασης στη χώρα, μια σύντομη περιγραφή του εκλογικού συστήματος, που αλλάζει διαρκώς, και άλλα ενδιαφέροντα στοιχεία, όπως 2 θάνατοι και 3 παραιτήσεις δημάρχων, οπότε στον σχετικό κατάλογο προστίθενται και οι αντικαταστάτες τους - ο Χριστόφορος Κωσταδήμας το 1964, ο Σπύρος Κατσαδήμας το 1965, ο Αλέκος Σόφης, λίγο πριν από τη σύλληψή του από τη χούντα, το 1967, ο Θεόδωρος Γεωργιάδης το 1980 και ο Χαρίλαος Τόλης το 1984 -, η υπεξαίρεση δημοτικού χρήματος κατά την πρώτη τετραετία, η εκλογή της πρώτης γυναίκας δημοτικού συμβούλου, της Ελευθερίας Σιόμπολα, το 1951 και το περίφημο ντημπέϊτ ενώπιον 1.500 ανθρώπων στο Παλλάδιο το 1986. Τέλος δεν απουσιάζουν οι πινελιές από την οικονομική και κοινωνική πραγματικότητα των Ιωαννίνων, όπως η έναρξη λειτουργίας του αεροδρομίου το 1933, η ανέγερση του Ξενία στα τέλη της δεκαετίας του ‘50 και η κατεδάφισή του το 2005, το σκάνδαλο Γούκου το 1986 και το κλείσιμο της ΕΛΒΙΕΞ το 1998.


  Δεν θα παραλείψω και μια προσωπική ανάμνηση, που συνοδεύεται και από μία κριτική παρατήρηση. Ο λόγος είναι για τις πρώτες δημοτικές εκλογές της Μεταπολίτευσης, το 1975, με τη νίκη του Κώστα Μπέγκα απέναντι στον Κώστα Φρόντζο. Η φράση του Φρόντζου, από τα μικρόφωνα της προεκλογικής του συγκέντρωσης, «Αναμεράτε ρέντζελα να διαβούν τα ρούχα» σημάδεψε αναμφίβολα την αναμέτρηση και πρόσθεσε πάθος στον, ούτως ή άλλως έντονο, ριζοσπαστισμό της εποχής. Με την αναγγελία της νίκης του Μπέγκα στον δεύτερο γύρο ένα ανθρώπινο πλήθος ξεχύθηκε στην πλατεία με το σύνθημα «Απόψε μιλάνε τα ρέντζελα !». Η παρατήρησή μου αφορά τον τρίτο συνδυασμό των εκλογών, του Δημήτρη Παπαγιάννη, που κατά τους συγγραφείς αναφερόταν στον χώρο της Αριστεράς. Νομίζω ότι δεν είναι έτσι, αν κρίνει κανείς όχι τόσο από τις αναμνήσεις ενός 16χρονου τότε παιδιού όσο από το γεγονός ότι σημαντικά στελέχη και του ΚΚΕ και του ΚΚΕ Εσωτερικού, που πρωταγωνίστησαν όλα τα επόμενα χρόνια στα πολιτικά πράγματα της πόλης, όπως ο Σόφης, ο Βαμβέτσος, ο Ζώλας, ο Ζαγορίσιος και ο Μάτης, εκλέχθηκαν δημοτικοί σύμβουλοι με το ψηφοδέλτιο του Μπέγκα.

Επιστρέφοντας στο βιβλίο, θεωρώ ότι διαθέτει ένα βασικό προσόν της καλής δημοσιογραφίας, τον γρήγορο ρυθμό, και διαβάζεται απνευστί ειδικά από όσους έχουν εμπλακεί, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, στην περιπέτεια των αυτοδιοικητικών εκλογών. Συνιστώ μάλιστα να συμπληρώσετε την ανάγνωση με ένα άρθρο, που έχει γραφτεί στο typos-i, για την ανάμνηση των παλιών δημάρχων στην ονοματοδοσία των δρόμων της πόλης. Κάποιοι από αυτούς βρίσκονται στο εμπορικό κέντρο της πόλης και είναι καθημερινά στο στόμα πολλών, χωρίς να ξέρουν σε ποιους αναφέρονται !  

Την ίδια ώρα αποτελεί ένα, παραπάνω από πολύτιμο, υλικό αναφοράς για την συγγραφή μιας συνολικής ιστορίας, πολιτικής, κοινωνικής και οικονομικής, της πόλης μας, που έχει πάψει προ πολλού να είναι «μικρή» - για «αθώα» ούτε να το συζητάτε.

* Ομιλία στην παρουσίαση του βιβλίου, 16-10-2019 στον πολυχώρο Δ. Χατζής         

Δευτέρα 16 Σεπτεμβρίου 2019

Αστυνομικές Ιστορίες του Αγρο-διατροφικού Τομέα


H συγχώνευση της παραγωγής αγροτικών προϊόντων με τη μεταποίηση αλλά και με το εμπόριο τροφίμων και ποτών εκφράζεται από τον καθιερωμένο διεθνώς όρο «Αγρο-Διατροφικός Τομέας». Όπως εξηγεί ο Παγκόσμιος Οργανισμός Τροφίμων (FAO), η εκβιομηχάνιση της αγροτικής παραγωγής και η ανάπτυξη καθετοποιημένων μονάδων έχουν κάνει πολύ δύσκολη την παραδοσιακή διάκριση μεταξύ της παραγωγής πρώτων υλών και της επεξεργασίας τους. Το σίγουρο είναι ότι η εφοδιαστική αλυσίδα των επεξεργασμένων τροφίμων κερδίζει διαρκώς έδαφος σε βάρος αυτής των νωπών.

Στην εξίσωση υπεισέρχονται καθοριστικά διάφοροι οικονομικοί παράγοντες, όπως η αγροτική επιχειρηματικότητα, που, σύμφωνα πάλι με τον FAO, είναι το σύνολο των επιχειρηματικών δραστηριοτήτων «από το αγρόκτημα μέχρι το πηρούνι» (και στην ελληνική αργκό «από το χωράφι μέχρι το πιάτο»), οι ποσοστώσεις, επιδοτήσεις και αποζημιώσεις βάσει εθνικών και υπερεθνικών νομοθεσιών, όπως η Κοινή Αγροτική Πολιτική της Ε.Ε., αλλά και ένα πολύπλοκο σύστημα πιστοποιήσεων της προέλευσης των τροφίμων με στόχο την αύξηση της τιμής τους ή την προστασία τους από τον ανταγωνισμό. Φυσικά αυτό το branding στοχεύει τις καρδιές των πιο εύπορων καταναλωτών, που, στο αέναο κυνήγι της περίφημης ποιότητας ζωής, δεν ενδιαφέρονται τόσο για ανάγκες όσο για «εμπειρίες», που συμπληρώνονται και από νέες οικονομικές δραστηριότητες, όπως ο αγροτουρισμός, ο γαστρονομικός τουρισμός και η «υψηλή γαστρονομία». Το φαγητό των φτωχών από την άλλη, ούτως ή άλλως ελλειμματικό σε πρωτεïνες και βασισμένο σε υδατάνθρακες και λιπαρά, αντικαθίσταται σταδιακά από προϊόντα χημικής επεξεργασίας, έτοιμες συσκευασίες κλπ.

Σε κάθε περίπτωση μιλάμε για μπόλικο χρήμα, συχνά αδυσώπητο ανταγωνισμό και, συναφώς, για την άνθιση ποικίλων εγκληματικών πρακτικών. Η αστυνομική λογοτεχνία, ως καθ’ ύλην αρμόδια, δεν έχει αδιαφορήσει για τον αγρο-διατροφικό τομέα και έχει ανοίξει το σχετικό κεφάλαιο εδώ και καιρό. Προσοχή όμως, δεν πρόκειται πια για την παραδοσιακή σχέση του φαγητού με το αίνιγμα και το έγκλημα, τη νουάρ γαστρονομία, που τόσο εξιτάρει τους αστυνομικούς συγγραφείς και ιδιαίτερα τους μεσογειακούς, αλλά, παραφράζοντας τον ορισμό του FAO, για το έγκλημα «από το αγρόκτημα μέχρι το πηρούνι» - ή «μέχρι το ποτήρι» ! Αποφεύγοντας τη σπαζοκεφαλιά, εάν τα σχετικά μυθιστορήματα συγκροτούν κάποιο υπο-είδος ή όχι, θα επιχειρήσω μια ενδεικτική παρουσίαση ορισμένων, που κυκλοφορούν στην ελληνική αγορά.

Η νοθεία των τροφίμων

Το μυθιστόρημα “Mi fido di te” («Σου έχω εμπιστοσύνη», εκδ. Καστανιώτη 2009, μτφρ. Δ. Δότση) το έγραψαν το 2007 δύο Ιταλοί, ο Φραντσέσκο Αμπάτε και ο πιο γνωστός Μάσιμο Καρλότο, που, αφού πέρασε τα νιάτα του στην Άκρα Αριστερά και κατηγορήθηκε άδικα για φόνο, θεωρείται σήμερα ο κύριος ανανεωτής του ιταλικού νουάρ μυθιστορήματος με σαφές πολιτικό και κοινωνικό στίγμα. Εκτυλίσσεται στο Κάλιαρι της Σαρδηνίας, όπου εξάλλου ζουν και οι δύο συγγραφείς του, και έχει έναν αρνητικό ήρωα ως πρωταγωνιστή και αφηγητή.

Αυτός αγοράζει σε τιμή ευκαιρίας ένα «γκουρμέ» εστιατόριο και το χρησιμοποιεί ως βιτρίνα για το πραγματικό του επάγγελμα, που είναι το εμπόριο νοθευμένων τροφίμων. Ο κατάλογος των επαγγελματικών του δραστηριοτήτων είναι μακρύς : υπολείμματα μολυσμένων με βακτήρια κοτόπουλων μετασχηματισμένα σε μπιφτέκια, γλυκά από πολτούς μουχλιασμένων αυγών, θαλασσινά από ρυπασμένες ακτές και ποτά «μπόμπες», αμφίβολης ποιότητας λάδι από το Μαγκρέμπ, ληγμένα προϊόντα με νέα συσκευασία και ημερομηνία, πλαστά πιστοποιητικά μη μεταλλαγμένων και γενικά όλη η σκοτεινή πλευρά της διατροφικής βιομηχανίας. Ας διδαχτούμε από έναν αληθινό γκραν μετρ του είδους : «Και βέβαια το άρωμα που πουλούσε περισσότερο στους σεφ ήταν η λευκή τρούφα της Αλμπα, η πιο ακριβή, που δεν ήταν άλλο από έναν υδρογονάνθρακα, το διμεθυλθειομεθάνιο, που το ανακάτευαν με λιωμένο βούτυρο και το έριχναν πάνω σε αχνιστά ζυμαρικά από αβγά».

Ο Τζίτζι Βιανέλο γνωρίζει καλά τους κανόνες του παιγνιδιού, μεταξύ των οποίων ο βασικός είναι να μην το παρακάνεις ποτέ με τη νοθεία, ώστε να αποφεύγεις ανεπιθύμητους θανάτους. Μικρές ποσότητες λοιπόν αλλά στον μεγαλύτερο δυνατό αριθμό σημείων πώλησης. Και βέβαια καμία ανάμειξη με την παραγωγή, καθώς στον συγκεκριμένο «τομέα» ρισκάρουν λιγότερο οι διανομείς παρά οι παραγωγοί.

Οι συγγραφείς αναλύουν με εμβρίθεια τις υλικές προϋποθέσεις της ανάπτυξης της μαφίας των νοθευμένων τροφίμων, που απασχολεί πια στρατιές ανθρώπων. Τόσο η ανάπτυξη της χημικής βιομηχανίας των προσθέτων κάθε είδους όσο και η οικονομική κρίση, που ωθεί τους ανθρώπους σε φτηνότερες λύσεις και συμπιέζει τα ποσοστά κέρδους, οδηγούν σε μια στρατηγική επιλογή, τη μετακύλιση του κόστους στην υγεία του κοινωνικού συνόλου.

Και αυτοί πάντως, που ψάχνουν την «υψηλή γαστρονομία», τις ονομασίες προέλευσης και τα delicatessen, διατρέχουν συχνά τον κίνδυνο να φάνε χρυσοπληρωμένα απόβλητα, «απόσκατα» αντί για «σκατά», όπως αποφαίνεται περί ανθρώπων κάποια στιγμή ο ήρωας του βιβλίου.

Φυσικά η βιτρίνα του ήρωα διανθίζεται με διασυνδέσεις με το πολιτικό σύστημα, τηλεοπτικά σώου μαγειρικής, δημοφιλή εσχάτως και στη χώρα μας, και ερωτικές ξεπέτες αλλά δεν κυλάει μέχρι το τέλος ανέφελα, καθώς εμπλέκεται τόσο το τωρινό έγκλημα όσο και το σκοτεινό παρελθόν. Και, παρόλο που ενόψει της βδομαδιάτικης επίσκεψης στο σούπερ μάρκετ, το βιβλίο θα μπορούσε να γίνει ανατριχιαστικό, είναι γραμμένο με απολαυστικό χιούμορ, στο οποίο ασφαλώς βοηθάει η επιλογή των συγγραφέων να μιλήσουν με τη νοοτροπία του αφηγητή.

Έγκλημα σε αμπελώνες και οινοποιεία

Στατιστικά, το δημοφιλέστερο μεταξύ των αστυνομικών συγγραφέων παράγωγο του αγρο-διατροφικού συμπλέγματος είναι το κρασί. Φαίνεται να προσφέρεται ιδανικά για την περιγραφή της αντίθεσης ανάμεσα στη ζωή, που αντιπροσωπεύουν ο μόχθος, η γνώση, το κλίμα και το έδαφος, και στη σκοτεινή πλευρά μιας επικερδέστατης βιομηχανίας. Επικεφαλής της λίστας των «οινο-αστυνομικών» συγγραφέων βρίσκεται το δίδυμο των Γάλλων Ζαν Πιέρ Αλό και Νοέλ Μπαλέν, που έχουν δημιουργήσει τη σειρά «Το αίμα της αμπέλου» με 25 συνολικά τίτλους, μεταφερμένους στην τηλεόραση και μεταφρασμένους σε άλλες γλώσσες, όχι όμως και στα ελληνικά όπως έδειξε η έρευνά μου στη βάση δεδομένων biblionet. Τον κατάλογο συμπληρώνουν η Αμερικανίδα Νάντια Γκόρντον, ο Καναδός Τόνι Άσπλερ και άλλοι.

Στην ελληνική αγορά κυκλοφορούν μόνο δύο, από τα δεκάξι συνολικά, μυθιστορήματα του Γερμανού δημοσιογράφου και γευσιγνώστη Πάουλ Γκρότε, που έχει και επαγγελματικό παρελθόν στην οινοποιία. Τοποθετεί τη δράση τους στις πιο γνωστές οινοπαραγωγικές ζώνες της Ευρώπης και βρίσκει την ευκαιρία να αναδείξει τις πλούσιες γνώσεις του όχι μόνο σε ποικιλίες σταφυλιού, τεχνικές οινοποίησης και γευστικές αποχρώσεις αλλά και στη φυσιογνωμία και το τοπίο των καλλιεργητικών περιοχών και στα πολιτικά και οικονομικά διακυβεύματα. Όλα αυτά δημιουργούν μια σύνθετη πλοκή με πολλούς χαρακτήρες και ανατροπές, ίσως λίγο πληθωρικά για την πρόσληψη από τον αμύητο στο θέμα αναγνώστη.

Στο γραμμένο το 2006 “Rioja für den MatadorTo Κρασί του Ταυρομάχου», εκδ. Καστανιώτη 2015, μτφρ. Γ. Λαγουδάκου), ο Χένρι Μεγιενμπέκερ, δημοσιογράφος ενός γερμανικού περιοδικού κρασιών, αξιόπιστος και μη επιρρεπής σε διαφημιστικά «ρεπορτάζ» έναντι ανταλλαγμάτων, καλείται επειγόντως από τον οινολόγο ενός νεοπαγούς συνεταιρισμού στην κύρια αμπελουργική περιοχή της Ισπανίας, τη διαρρεόμενη από τον ποταμό Έβρο κοιλάδα Λα Ριόχα, με σκοπό να τον βοηθήσει στον ανταγωνισμό από μια παραδοσιακή οικογενειακή οινοποιία. Στη ρίζα της διαμάχης βρίσκεται η στενότητα της πρώτης ύλης, που οφείλεται τόσο στη ραγδαία αύξηση των οινοποιείων όσο και στην ισχύουσα ευρωπαϊκή ποσόστωση, που απαγορεύει τη δημιουργία νέων αμπελώνων. Οι μέτοχοι του συνεταιρισμού είναι πρώην προμηθευτές της ιδιωτικής επιχείρησης, που την εγκαταλείπουν για το δικό τους εγχείρημα. Η δολοφονία του οινολόγου με ένα προετοιμασμένο τροχαίο ατύχημα στην αρχή της ιστορίας βυθίζει τον ήρωα σε ένα σαθρό έδαφος, όπου κανένα από τα δύο στρατόπεδα δεν είναι αρραγές και κανείς εμπλεκόμενος δεν είναι αυτός, που εκ πρώτης όψεως δείχνει, και θέτει σε κίνδυνο και τη δική του ζωή.

Η περιοχή, που οφείλει τη φήμη της στις καινοτομίες του Μαρκησίου Ντε Ρισκάλ ήδη από το 1860, διαιρείται σε 3 ζώνες, τη (βασκική) Ριόχα Αλαβέσα και τη Ριόχα Άλτα, στις οποίες κυριαρχεί η ποικιλία Τεμπρανίλιο, και την πιο ξηρή Ριόχα Μπάχα με συχνότερη τη Γκαρνάγα. Τα κόκκινα κρασιά Ριόχα είναι προϊόν ανάμειξης κυρίως των δύο ποικιλιών, αν και ενίοτε προστίθενται παράνομα και ποσότητες κρασιού από τη γειτονική Ναβάρρα, όπως ανακαλύπτει ο ήρωας του βιβλίου. Όπως και άλλα μυστικά, από τα οποία το πιο βαθειά κρυμμένο είναι η οικοδόμηση της οικογενειακής αυτοκρατορίας στα χρόνια του φρανκισμού με την υφαρπαγή αμπελώνων ύστερα από την κατάδοση των ιδιοκτητών τους.  

Στο άλλο βιβλίο με τίτλο “ Der Wein des KGB («Το κρασί της KGB», εκδ. Καστανιώτη 2012, μτφρ. Αρ. Κοντογιώργη), που γράφτηκε 3 χρόνια αργότερα, ο φόντος είναι τα αδιέξοδα της μετακομμουνιστικής Ρουμανίας, οι ιδιωτικοποιήσεις αμπελώνων και οινοποιείων υπό καθεστώς λαδώματος και διαφθοράς, η παντοδυναμία των στελεχών του προηγούμενου καθεστώτος και της διαβόητης «Σεκουριτάτε» και στη νέα περίοδο και η υπαγωγή της χώρας στην αμερικανική επιρροή. Η Ρουμανία θεωρείται πάντως ανερχόμενη δύναμη στην παραγωγή κρασιού, αν και χρειάζεται να διαψεύσει την εμπεδωμένη εικόνα ότι είναι ικανή μόνο στα γλυκά κρασιά και να βρει τις «σημαίες», που θα την καθιερώσουν στη διεθνή αγορά.

Πρωταγωνιστής είναι ο Γερμανός αμπελουργός Μάρτιν Μπόγκερς, που δυσκολεύεται να συντηρήσει το οινοποιείο του στο Μπορντό και δέχεται ως δώρο εξ ουρανού την πρόταση μιας άγνωστης εταιρείας να αναζητήσει ευκαιρίες επενδύσεων σε νέες ποικιλίες στη Ρουμανία. Στην Κωστάντζα της Μαύρης Θάλασσας γεύεται όντως ένα νέκταρ με το όνομα «Ζόντιακ» και αποφασίζει να αναζητήσει τα ίχνη της προέλευσής του, την ίδια ώρα που αρχίζουν τα εμπόδια και οι δολοφονίες. Το οδοιπορικό του ήρωα στην ατέλειωτη ρουμανική ενδοχώρα δίνει στον Γκρότε την ευκαιρία να περιγράψει ενδελεχώς τους ρουμανικούς αμπελώνες και τα προϊόντα τους, άλλα εξαιρετικά και άλλα μετριότατα, στην παράδοση του καθεστώτος Τσαουσέσκου, που έδινε σημασία μόνο στην ποσότητα προκειμένου να μηδενίσει το εξωτερικό χρέος της χώρας, τα δε χύμα πλαδαρά και με πρόσθετη ζάχαρη, κατάλληλα μόνο για φτωχούς. Η αναζήτηση του «Ζόντιακ», που συνήθιζαν να απολαμβάνουν τα στελέχη της KGB, μετατρέπεται σε εφιάλτη, ειδικά αφότου ο ήρωας συνειδητοποιεί ότι χρησιμοποιείται ως πιόνι στον πόλεμο μυστικών υπηρεσιών, και θα χρειαστεί τη βοήθεια της συντρόφου του, που καταφθάνει εσπευσμένα από τη Γαλλία, για να βγει απ’ αυτόν.

Η μυθοπλασία του ουίσκι

Όλοι γνωρίζουν ότι το μαλτ ουίσκι δεν βρίσκεται μόνο στον σκληρό πυρήνα της σκωτσέζικης εθνικής ταυτότητας και της διεθνούς εικόνας της αλλά και στην καρδιά της οικονομίας της, συνεισφέροντας κολοσσιαία ποσά και σ’ αυτή και στις πολυεθνικές εταιρίες, που έχουν τον έλεγχο της παγκόσμιας διανομής, και αρκετά συχνά και της παραγωγής και της εμφιάλωσης. Την πραγματικότητα αυτή την έχουν αξιοποιήσει διάφοροι αστυνομικοί συγγραφείς, είτε Σκωτσέζοι - Ντένζελ Μέιρικ, Νταγκ Τζόνστον και πριν από αυτούς ο συνιδρυτής του SNP, του Εθνικού Κόμματος Σκωτίας, Κόμπτον Μακένζι με το σατιρικό κατά βάση “Whisky galore” (Ουίσκι σε αφθονία) του 1947 – είτε όχι – λ.χ. η Αμερικανίδα Μελίντα Μάλετ -, που έχουν βρει στο «νερό της ζωής» ένα, πολυεπίπεδο υποψιάζομαι, βοήθημα για την ανάπτυξη της μυθοπλασίας τους.   

Στην ελληνική αγορά κυκλοφορεί μόνο το μυθιστόρημα μιας άλλης Αμερικανίδας, της Ντέμπορα Κρόμπι, με τίτλο “Now may you weep” («Τα δάκρυα δεν είναι για το ουίσκι», εκδ. Αλεξάνδρεια 2011, μτφρ. Π. Μοσχοπούλου) και ήρωες το αγαπημένο της δίδυμο, και ζευγάρι, των βρετανών αστυνομικών Τζέμα Τζέϊμς και Ντάνκαν Κινκέϊντ.

Η Τζέμα ταξιδεύει με μια φίλη της για ένα σεμινάριο μαγειρικής στην καρδιά των σκωτσέζικων Χάϊλαντς και ειδικότερα στην κοιλάδα του ποταμού Σπέϊ με τα πολλά αποστακτήρια, τα παράγωγα των οποίων εμείς οι μπαρουτοκαπνισμένοι λάτρεις του μαλτ εννοείται ότι επ’ ουδενί διανοούμαστε να συγκρίνουμε με την άγρια γεύση άνθρακα και θαλασσινού ανέμου του Lagavulin και των υπολοίπων μαλτ της δυτικής ακτής, και εμπλέκεται σε μια ιστορία πάθους, η οποία κρατάει από πολύ παλιά.

Με το εύρημα ενός παλιού ημερολογίου του 1898 η συγγραφέας βρίσκει τον τρόπο να αφηγηθεί παραστατικά όλη την παραδοσιακή διαδικασία παρασκευής του ουίσκι, από το ψήσιμο και το άλεσμα του κριθαριού, την ανάμιξή του με καυτό νερό και την παραγωγή του σακχαρώδους υγρού γουέρτ (wirt) μέχρι τη ζύμωση του τελευταίου, την απόσταξη σε χάλκινους άμβυκες και την πολυετή ωρίμανση του ποτού σε δρύϊνα βαρέλια. Ενώ ταυτόχρονα ξεδιπλώνει την ιστορία των ανταγωνισμών, παλιών και νέων, μεταξύ των αποστακτηρίων και των οικογενειών, στις οποίες ανήκουν, που οδηγούν στο έγκλημα αλλά και σε μια απόπειρα δηλητηρίασης – μαντέψτε – με ουίσκι. Το ταξίδι, που αποτυπώνεται και σε έναν ωραίο χάρτη, δεν παραλείπει να αναδείξει τη θαυμαστή εναλλαγή χρωμάτων του σκωτσέζικου τοπίου.

Και μια ελληνική πινελιά

Προς το παρόν οι Έλληνες αστυνομικοί συγγραφείς δεν δείχνουν να εμπνέονται ιδιαίτερα από τις κομπίνες στον αγρο-διατροφικό τομέα, τις απάτες στις επιδοτήσεις, τις νοθείες λαδιού και τσίπουρου ή την παράνομη διακίνηση προστατευόμενων χελιών στην Κίνα, που έχουν κατά καιρούς δει το φως της δημοσιότητας.

Ίσως το πλησιέστερο δείγμα να είναι το οιονεί αστυνομικό μυθιστόρημα, και με οιονεί διατροφικό αντικείμενο, του Γιάννη Γαϊτάνου με τίτλο «Με φλος ρουαγιάλ», που εκδόθηκε το μακρινό 1987, με ενθουσιώδη πρόλογο του Βασίλη Βασιλικού, από τον Καστανιώτη. Ο συγγραφέας χρησιμοποιεί επιδέξια τα πλεονεκτήματα της αστυνομικής πλοκής, όπως το γρήγορο μοντάζ ή την ατμόσφαιρα μυστηρίου, και αφηγείται την ιστορία του κυρίως μέσα από τα μάτια της νεολαίας, που παρατηρεί τις κινήσεις των μεγάλων. Το γεωγραφικό πλαίσιο είναι η καπνούπολη της Καβάλας, η αποκληθείσα και «Μέκκα του καπνού», που επί ένα και πλέον αιώνα αφιέρωσε το σύνολο της οικονομίας της, τον πρωτογενή τομέα (καλλιέργεια), τον δευτερογενή (επεξεργασία σε 160 παρακαλώ πολυώροφα κτίρια) και τον τριτογενή (εμπόριο) στα ανατολικά καπνά. Τα γεγονότα εκτυλίσσονται στη διάρκεια της κρίσης της δεκαετίας του ’50, όταν το διεθνές εμπόριο στρέφεται σε νέες αγορές και κυρίως σε νέους τύπους καπνών και κυρίως στα μπέρκλεϊ. Στο πρόσωπο ενός αχόρταγου μεγαλοκαπνέμπορου το μυθιστόρημα παρακολουθεί τη συντριβή της μέχρι τότε πάμπλουτης και επιδειξιομανούς αστικής τάξης της πόλης στις μυλόπετρες του νέου διεθνούς καταμερισμού εργασίας, με τους καπνεργάτες περιορισμένους στο φόντο της αφήγησης. Στο τέλος, εκείνα τα δραματικά γεγονότα στοιχειώνουν μετά από 30 χρόνια τις ζωές δύο, μεσηλίκων πλέον, ηρώων.

Εν πάση περιπτώσει για τις προτιμήσεις των συγγραφέων δεν μπορούμε να κάνουμε πολλά πράγματα. Οι Έλληνες εκδότες όμως έχουν στη διάθεσή τους μια εκτεταμένη διεθνή βιβλιοπαραγωγή και μπορούν να προσβλέπουν σε ένα μεγάλο ποσοστό πληθυσμού απασχολούμενου όχι μόνο στο αγρο-διατροφικό σύμπλεγμα αλλά και στους συναφείς διοικητικούς μηχανισμούς. Συνεπώς μπορούμε βάσιμα να ελπίζουμε και σε νέους τίτλους !  

Δευτέρα 12 Αυγούστου 2019

Μια παγκόσμια ιστορία των υδρογονανθράκων


Το αργό, δηλαδή το ακατέργαστο, πετρέλαιο είναι υγρό πέτρωμα, μείγμα υδρογονανθράκων, δηλαδή ουσιών που περιέχουν κυρίως άνθρακα και υδρογόνο. Σχηματίστηκε πριν από εκατομμύρια χρόνια από την αποσύνθεση νεκρών φυτικών και ζωικών μικροοργανισμών και βρίσκεται παγιδευμένο μέσα σε πορώδη πετρώματα στα ανώτερα στρώματα τού φλοιού της Γης. Οφείλει το όνομά του στον Γερμανό γεωλόγο Γκέοργκ Πάουερ, γνωστότερο με το εκλατινισμένο Αγκρίκολα, ο οποίος το 1546 χρησιμοποίησε έναν προϋπάρχοντα λατινικό όρο, σχηματισμένο από τα συνθετικά «petra», που καταλαβαίνετε τι σημαίνει, και «oleum», που σημαίνει λάδι, και έχουν αμφότερα αρχαιοελληνική προέλευση. Το φυσικό αέριο είναι αέριο μίγμα υδρογονανθράκων με βασικό συστατικό το μεθάνιο, το οποίο βρίσκεται σε υπόγειες κοιλότητες υπό υψηλή πίεση.
Η προϊστορία του πετρελαίου ανιχνεύεται σε διάφορες ιστορικές πηγές και φαίνεται ότι κάποιες μορφές πετρελαϊκών προϊόντων χρησιμοποιήθηκαν από τους λαούς της Κασπίας και της Μέσης Ανατολής και στη συνέχεια από τους Άραβες και τους Βυζαντινούς (το «υγρό πυρ»). Οι πρώτοι πάντως, που επιχείρησαν γεώτρηση πετρελαίου, ήταν οι Κινέζοι το 347 μ.Χ. ενώ μια πρωτόγονη εξορυκτική βιομηχανία λειτουργούσε ήδη από τον 10ο αιώνα στο σημερινό Αζερμπαϊτζάν.
Η ραγδαία εξάπλωση του πετρελαίου
Αυτή συνδέεται άμεσα με τις τεχνολογικές καινοτομίες της Βιομηχανικής Επανάστασης  και ακόμα περισσότερο με τις πολιτικές και οικονομικές καινοτομίες του φορέα της, του ανερχόμενου καπιταλισμού. Σχηματικά θα μπορούσαμε επίσης να πούμε ότι η σταδιακή πορεία της αντικατάστασης του κάρβουνου από το πετρέλαιο ως κύριας πηγής ενέργειας συμβάδισε με την αλλαγή στην παγκόσμια ηγεμονία, από την πλούσια σε άνθρακα Αγγλία στις πλούσιες σε πετρέλαιο Ηνωμένες Πολιτείες. Δεν πρέπει επίσης να αγνοήσουμε τον ρόλο της τσαρικής Ρωσίας και αργότερα της Σοβιετικής Ένωσης.
Στις ΗΠΑ η πρώτη γεώτρηση έγινε στην Πενσυλβάνια το 1859 και πολύ σύντομα σε ηγετική φυσιογνωμία του κλάδου αναδείχθηκε ο Ροκφέλερ, ιδρυτής της εταιρίας Standard Oil Company, ενώ η πόλη Κλήβελαντ του Οχάϊο μετατράπηκε σε κέντρο της βιομηχανίας διύλισης, δηλ επεξεργασίας του πετρελαίου. Το 1900 η θυγατρική εταιρία Pacific Coast Oil Company (η μετέπειτα Chevron) άνοιξε το κεφάλαιο κοιτάσματα Καλιφόρνιας αλλά η μεγάλη ανατροπή έγινε το 1901 στο Τέξας με την ανακάλυψη του μεγαλύτερου κοιτάσματος των ΗΠΑ, που σήμανε την κατάργηση του μονοπωλίου του Ροκφέλερ και την ανάδυση και άλλων κολοσσών. Το 1910 η παραγωγή των ΗΠΑ ισοδυναμούσε μ’ αυτή όλου του υπόλοιπου κόσμου.
Στην απέναντι πλευρά του ωκεανού, η πρώτη γεώτρηση στο ρωσικό πλέον Αζερμπαϊτζάν έγινε το 1848 και η πετρελαϊκή βιομηχανία αναπτύχθηκε με έδρα το Μπακού χάρη σε 2 κυρίως οικογένειες, τους Νόμπελ και τους Ρότσιλντ. Το ίδιο συνέβη και στην Αυστροουγγαρία, όπου ο ο Πολωνός Ιγκνάσι Λουκασιέβιτς ίδρυσε στην πόλη Ουλαζόβιτσε, το σημερινό πολωνικό Γιάσλο, το πρώτο διυλιστήριο του κόσμου, παράγοντας κηροζίνη, αλλά και στη Ρουμανία, όπου το Βουκουρέστι έγινε η πρώτη μεγάλη πόλη που φωτίστηκε μ’ αυτή. Εξορυκτικές δραστηριότητες άρχισαν παράλληλα στην ολλανδική Ινδονησία, όπου έκανε κουμάντο η Royal Dutch Shell, το Μεξικό και τη Νότια Αμερική, όπου εισέδυσαν αμερικανικές εταιρίες.
Ένα πρώτο αποτέλεσμα ήταν ότι η κηροζίνη εξαφάνισε τις υπόλοιπες φωτιστικές επιλογές και ιδιαίτερα το λάδι της φάλαινας, άρα θα μπορούσαμε να πούμε ότι οι φάλαινες σώθηκαν χάρη στο πετρέλαιο. Βεβαίως η ανακάλυψη του ηλεκτρισμού ανέστειλε για λίγο τις φιλοδοξίες των βιομηχάνων αλλά μια νέα τεχνολογική καινοτομία, αυτή του κινητήρα εσωτερικής καύσης με τη χρήση του παραγώγου βενζίνη έδωσε την αποφασιστική ώθηση προς τα μπρος. Ήδη το 1900 στις ΗΠΑ κυκλοφορούσαν 8.000 αυτοκίνητα, που σε ελάχιστα χρόνια εξαπλώθηκαν αλματωδώς σ’ όλο τον κόσμο, ενώ αργότερα προστέθηκε η διάδοση του αεροπλάνου, που χρησιμοποιεί κηροζίνη. Καθοριστική ήταν επίσης και η επίδραση του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, που απαιτούσε μεγάλες μετακινήσεις οχημάτων.
Σταδιακά η πετρελαϊκή βιομηχανία έγινε η πρώτη πηγή ενέργειας στον κόσμο ενώ στον τομέα των μεταφορών, που παραμένει ο μεγαλύτερος καταναλωτής πετρελαίου, προστέθηκε και η βιομηχανία των πετροχημικών, που χρησιμοποιεί το πετρέλαιο ως πρώτη ύλη για πολλά χημικά προϊόντα, διαλύτες, λιπάσματα, φυτοφάρμακα, και συνθετικά, πλαστικά, απορρυπαντικά κλπ. Πρέπει πάντως να τονίσουμε ότι η οικονομική αξία των κοιτασμάτων ποικίλλει ανάλογα με πολλούς παράγοντες : τη σύσταση του πετρελαίου (ελαφριά ή βαρειά), την καθαρότητά του (αν περιέχει λ.χ. μεγάλες ποσότητες θείου), τη θέση του (επιφανειακό ή σε μεγάλο βάθος, χερσαίο ή θαλάσσιο, παράκτιο ή ωκεάνειο κλπ.), τη γεωλογική ή σεισμική δυσκολία της άντλησής του, τον βαθμό πολιτικής σταθερότητας ακόμα και το οικονομικό καθεστώς της εξόρυξης (υψηλή φορολογία ή αποικιακές συμβάσεις).
Μετά από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο
Επανερχόμενοι στη γεωπολιτική, τα πιο πλούσια κοιτάσματα έχουν ανακαλυφθεί και πριν αλλά και μετά από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο στη Μέση Ανατολή. Γι’ αυτό και η Βρετανική Αυτοκρατορία, ελέγχοντας άμεσα μεν το Ιράκ και τα εμιράτα του Περσικού Κόλπου έμμεσα δε το Ιράν, παρέμεινε μέχρι και τη δεκαετία του ‘50 στο παιγνίδι. Στο Ιράν ας πούμε το Ενωμένο Βασίλειο και η Anglo-Iranian Oil Company, η πρόγονος της BP (British Petroleum), έφτασαν να αποκομίζουν πολύ περισσότερα κέρδη από όσα η ιρανική μοναρχία. Η διαδικασία όμως της απο-αποικιοποίησης και της ανάδυσης του Τρίτου Κόσμου συνοδεύτηκε από σημαντικές αλλαγές. Οι δυτικές εταιρίες, ήδη αποκλεισμένες από τα κοιτάσματα της Σοβιετικής Ένωσης και του Μεξικού, παρακολούθησαν την ίδρυση του ΟΠΕΚ, του Οργανισμού Χωρών Εξαγωγής Πετρελαίου, το 1960 και στη συνέχεια την ίδρυση κρατικών εταιριών και τις εθνικοποιήσεις σε αρκετές παραγωγούς χώρες (1951 Ιράν - κρατικοποίηση από την κυβέρνηση Μοσαντέχ)
Η κύρια πηγή εξελίξεων όμως ήταν το παλαιστινιακό ζήτημα και η διαμάχη των αραβικών κρατών με το Ισραήλ. Ο πρώτος σημαντικός σταθμός ήταν το κλείσιμο της διώρυγας του Σουέζ από τον Νάσερ το 1956, που άνοιξε το δρόμο για την τεχνολογική καινοτομία των μεγάλων υπερπόντιων δεξαμενόπλοιων (τάνκερ) για τη μεταφορά του πετρελαίου. Το μεγάλο ταρακούνημα όμως ήρθε τη δεκαετία του ’70 με τις δύο μεγαλύτερες πετρελαϊκές κρίσεις, που μείωσαν δραματικά την προσφορά του πετρελαίου στην αγορά και αύξησαν κατακόρυφα την τιμή του. Η πρώτη ξέσπασε το 1973 κατά τη διάρκεια του πολέμου του Γιομ Κιπούρ, όταν οι αραβικές χώρες αποφάσισαν να σταματήσουν τις πωλήσεις πετρελαίου στις δυτικές, γιατί ενίσχυαν οικονομικά και στρατιωτικά το Ισραήλ. Η δεύτερη κρίση πυροδοτήθηκε το 1979 με την Περσική Επανάσταση και την εκδίωξη του Σάχη.
Οι Ηνωμένες Πολιτείες, καταναλώνοντας εκείνη την εποχή πάνω από το 1/4 της παγκόσμιας παραγωγής πετρελαίου και όντας απόλυτα εξαρτημένες από τις εισαγωγές, αντέδρασαν με μαστίγιο και καρότο, με ένα συνδυασμό συνεργασίας και καταναγκασμού : αφενός στη σύναψη δεσμών αμοιβαίας εξάρτησης με τις μοναρχίες του Κόλπου και αφετέρου στη χρήση της πολεμικής τους μηχανής για τη στήριξη του Ισραήλ και τον εκμηδενισμό κάθε πιθανού αντίπαλου δέους. Η άμεση στρατιωτική παρουσία στην περιοχή μέσα από ένα πλέγμα αμερικανικών βάσεων και κυρίως οι δύο πόλεμοι εναντίον του Ιράκ είναι τα πιο απτά παραδείγματα. Από την πλευρά τους τα αραβικά καθεστώτα βρήκαν υπό την προστατευτική αγκάλη του μεγάλου χωροφύλακα την ασφάλεια για να διατηρήσουν τα μεγάλα τους κέρδη. Την 1η θέση παγκοσμίως μεταξύ των πετρελαϊκών εταιριών καταλαμβάνει η σήμερα 100 % κρατική σαουδαραβική Aramco (το όνομα σημαίνει Αραβο-αμερικανική Εταιρία), στην οποία η παραγωγή ενός βαρελιού αργού πετρελαίου στοιχίζει 2 δολάρια ενώ η χρηματιστηριακή τιμή πώλησής του είναι σήμερα πάνω από τα 67 δολάρια, καθιστώντας την πετρελαϊκή βιομηχανία μια από τις επικερδέστερες του κόσμου. Για να έχουμε μια εικόνα των μεγεθών ένα βαρέλι ισοδυναμεί με 159 λίτρα ή 42 αμερικάνικα γαλόνια (ή 0,15 ενός τόνου περίπου).
Γενικά, ολόκληρες χώρες προσανατόλισαν την οικονομική τους δραστηριότητα στο εξορυκτικό μοντέλο και οι κρατικές τους εταιρίες, ελέγχοντας μεγάλο τμήμα των κοιτασμάτων, ασκούν περισσότερη επιρροή στον καθορισμό των διεθνών τιμών. Απλά οι παραδοσιακές πολυεθνικές, αποκληθείσες στο παρελθόν και «μεγάλες αδελφές», διασφαλίζουν τα κέρδη τους χάρη στην επεξεργασία, τα παράγωγα του πετρελαίου και τα οργανωμένα δίκτυα πωλήσεων.
Οι ανταγωνισμοί της εποχής μας
Στα τέλη του 20ου αιώνα προέκυψαν νέες ευκαιρίες. Κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου τα ενεργειακά δίκτυα του ανατολικού συνασπισμού ήταν υπό τον έλεγχο της Σοβιετικής Ένωσης, που εξήγε τα κοιτάσματα πετρελαίου και φυσικού αερίου από τις περιοχές της Κασπίας και της Κεντρικής Ασίας και τα διοχέτευε και στην αχανή χώρα και στους ευρωπαϊκούς δορυφόρους της. Η κατάρρευσή της άφησε πολλά ανεκμετάλλευτα κοιτάσματα στα χέρια νέων ανεξάρτητων κρατών. Το βασικό τους πρόβλημα ήταν η μεταφορά των ενεργειακών πόρων, μιας και οι χώρες αυτές είναι περίκλειστες και δεν έχουν πρόσβαση σε θαλάσσιους δρόμους και αγορές, πλην της κινέζικης. Ο κύριος στόχος της ρωσικής πολιτικής, στηριγμένος και στα πλούσια ρωσικά αποθέματα, ήταν να διατηρήσει τον έλεγχο της διακίνησης, που θα της επέτρεπε αφενός μεν να αγοράζει φτηνά από τα νέα κράτη αφετέρου δε να πουλάει ακριβά στις χώρες κατανάλωσης και έτσι να μετατρέπει την ενεργειακή εξάρτηση σε πολιτική. Ας έχουμε υπόψη ότι στην εκμετάλλευση του φυσικού αερίου την 1η θέση καταλαμβάνει η κρατική ρωσική εταιρία Gazprom. Από την αντίπαλη πλευρά, η υλοποίηση εναλλακτικών οδών μεταφοράς, που θα απέφευγαν το ρωσικό έδαφος, έγινε κεντρικό διακύβευμα των δυτικών χωρών και εταιριών. Αυτός είναι ο λεγόμενος «πόλεμος των αγωγών», ή κατά την προσφιλή ορολογία το «νέο μεγάλο παιγνίδι». Ο όρος «μεγάλο παιγνίδι» είχε γεννηθεί στη διάρκεια του 19ου αιώνα για να περιγράψει τον γεωπολιτικό ανταγωνισμό μεταξύ Βρετανίας και Ρωσίας για τον έλεγχο της Κεντρικής Ασίας και κυρίως του Αφγανιστάν, έναν έλεγχο, που αφορούσε εδάφη και εμπορικούς δρόμους. Αντίθετα, στο νέο «μεγάλο παιγνίδι» το λάφυρο είναι ο έλεγχος της μεταφοράς των ενεργειακών πόρων. Στον ανταγωνισμό αυτό δεν συμμετέχουν μόνο οι μεγάλες δυνάμεις αλλά και τα καθεστώτα της περιοχής και αρκετοί περιφερειακοί παίχτες (Περσία, Τουρκία, Πακιστάν κλπ.). Θα χρειαζόμασταν ολόκληρο βιβλίο για να περιγραφούν τα αντικρουόμενα σενάρια των αγωγών, μερικά υλοποιημένα, άλλα ήδη εγκαταλειμμένα και τα περισσότερα υπό διερεύνηση. Ήδη ο δημοσιευόμενος χάρτης του 2012 δεν είναι ακριβής. Ας συγκρατήσουμε πάντως δύο πράγματα : α) η οικονομική βιωσιμότητα των αγωγών προϋποθέτει συμφωνίες για την εγγύηση της τροφοδοσίας τους και β) ο κατάλογος των ενδιαφερόμενων καταναλωτών περιλαμβάνει και τις ισχυρές οικονομικές δυνάμεις της Ασίας, παραδοσιακές όπως η Ιαπωνία και αναδυόμενες όπως η Ινδία, άρα και τα σενάρια των διαδρομών ποικίλλουν.
Τέλος, η νέα ζώνη διεθνούς έντασης αφορά τη θάλασσα της Νότιας Κίνας και εμπλέκει την Κίνα, το Βιετνάμ, τη Μαλαισία, την Ινδονησία, τις Φιλιππίνες και την Ταϊβάν. Η Κίνα, η οποία στερείται σημαντικών κοιτασμάτων υδρογονανθράκων, έχει αυξήσει ραγδαία τη ζήτηση και ήδη κατέχει τη δεύτερη θέση στην παγκόσμια κατανάλωση. Και εκτός από γιγαντιαία φράγματα, που κατασκευάζει με νεοαποικιακές συμφωνίες σε όλη την Αφρική, εκτός από αγωγούς είτε από τη Σιβηρία είτε από την Κεντρική Ασία, ενδιαφέρεται και για άμεση πρόσβαση στα κοιτάσματα των νησιών Σπράτλι. Να μη παραξενευτούμε λοιπόν, αν κάποια στιγμή δούμε αυτή την περιοχή στο προσκήνιο της διεθνούς επικαιρότητας.
Το φυσικό αέριο
Η ραγδαία αύξηση της σημασίας του φυσικού αερίου αντανακλά δύο παγκόσμιες διαδικασίες : Αφενός την αλλαγή στρατηγικής των μεγάλων εταιριών, που βλέπουν τα πετρελαϊκά αποθέματα να μειώνονται, και αφετέρου την εξελισσόμενη προσπάθεια απόκρουσης της κλιματικής αλλαγής και του φαινομένου του θερμοκηπίου, οφειλόμενου κυρίως στη χρήση στερεών καυσίμων. Μια σειρά από διεθνείς διασκέψεις με στόχο τη μείωση των αερίων εκπομπών είχαν ως αποτέλεσμα την αύξηση της συμμετοχής των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας στο παγκόσμιο ενεργειακό μίγμα αλλά και την προώθηση του φυσικού αερίου, που θεωρείται - και είναι - φιλικότερο προς το περιβάλλον αλλά όχι και αθώο. Το βασικό πρόβλημα είναι πάντως η μεταφορά του. Χρειάζεται είτε υγροποίηση (μετατροπή δηλαδή σε LNG) για τη μεταφορά με δεξαμενόπλοια είτε διοχέτευση υπό υψηλή πίεση με αγωγούς.
Παράλληλα οι αμερικανικές αρχικά εταιρίες εφάρμοσαν και νέες, μη συμβατικές, μεθόδους εξόρυξης, χωρίς να πτοούνται ιδιαίτερα από κλιματικούς στόχους. Εξάλλου ο ίδιος ο Πρόεδρος Τραμπ χαρακτηρίζει «απάτη» την κλιματική αλλαγή ! Η νέα «Μεγάλη Ιδέα» της εποχής μας ακούει στο όνομα fracking, που στα ελληνικά αποδίδεται ως υδραυλική ρωγμάτωση, και αποτελεί μια μέθοδο όχι εξόρυξης κοιτασμάτων αλλά άντλησης αερίου και πετρελαίου, που βρίσκονται έγκλειστα σε σχιστολιθικά πετρώματα, με τη διοχέτευση νερού και χημικών ουσιών μέσα σ’ αυτά και τη διάσπασή τους. Επεκτείνεται ραγδαία και οι Ηνωμένες Πολιτείες έφθασαν, από το 1 % των ενεργειακών τους αναγκών το 2000, σήμερα να καλύπτουν μ’ αυτό πάνω από το 20 %. Έγιναν δηλαδή ξανά εξαγωγική χώρα όχι μόνο παραγώγων αλλά και αργού πετρελαίου και φυσικού αερίου, πράγμα που έχει μειώσει και τη γεωπολιτική αξία της Μέσης Ανατολής. Είναι μακράν η πιο καταστροφική περιβαλλοντικά μέθοδος και έχει προκαλέσει μεγάλες διαδηλώσεις εναντίον της. Το ωραίο είναι ότι οι υπέρμαχοί του έχουν ιδρύσει ένα «Κέντρο Βιώσιμης Σχιστολιθικής Ανάπτυξης», που αποτελεί τον μεγαλύτερο ευφημισμό της σύγχρονης εποχής ! Το ανησυχητικό είναι ότι το fracking αρχίζει να διαδίδεται και σε άλλες χώρες και μάλιστα και σε κάποιες ευρωπαϊκές (Μεγάλη Βρετανία, Πολωνία, Ουκρανία κλπ.).
Ο βαλκανικός & μεσογειακός περίγυρος
Η Ευρωπαϊκή Ένωση, κυρίως η Γερμανία, η Ιταλία και οι τέως ανατολικές χώρες, καλύπτει σήμερα το 1/3 των ενεργειακών αναγκών της από τις ρωσικές εισαγωγές φυσικού αερίου. Συνεπώς ο ενδιάμεσος χώρος μεταξύ των κοιτασμάτων, ρωσικών, αζερικών, τουρκμενικών κλπ., και των χωρών κατανάλωσης αποκτά γεωπολιτική σημασία λόγω της σχεδιαζόμενης διέλευσης αγωγών. Οι πιθανές νότιες διαδρομές των υδρογονανθράκων συναντούν τα κράτη του Καυκάσου, την Τουρκία και τα Βαλκάνια. Η Ρωσία προσπαθεί να διατηρήσει τον ηγεμονικό της ρόλο και με αύξηση των υποδομών αλλά και με διπλωματικές και στρατιωτικές πιέσεις. Δεν στερείται επιτυχιών, όπως αποδεικνύουν η κρίση της Γεωργίας αλλά και η πρόσφατη συμφωνία με την Τουρκία για την κατασκευή και δεύτερου αγωγού στον Εύξεινο Πόντο, που έχει συμβάλει και στην προσέγγιση των δύο χωρών στο συριακό πρόβλημα. Στα Βαλκάνια όμως, όπου το μόνο σοβαρό πολιτικό στήριγμα για την Ρωσία παραμένει η Σερβία, τα δυτικά χαρτιά οικονομικής ενσωμάτωσης και κυρίως η ένταξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση αποδεικνύονται ισχυρότερα. Τα εναλλακτικά σχέδια των αγωγών αφορούν κυρίως τον ήδη κατασκευαζόμενο ΤΑΡ για τη μεταφορικά αερίου από το Αζερμπαϊτζάν μέσω Τουρκίας, Ελλάδας και Αλβανίας στην Ιταλία και τους διασυνδετήριους πλευρικούς του για την τροφοδοσία της εσωτερικής βαλκανικής αγοράς, τον ελληνοβουλγαρικό IGB και τον Ιόνιο – Αδριατικό ΙΑΡ, που θα εκκινεί από την Αλβανία, και θα συνδέει Μαυροβούνιο, Βοσνία και Κροατία. Για τον πρόσφατα νεκραναστημένο ελληνο-ιταλικό ΙGΙ Ποσειδών θα γράψω στη συνέχεια.
Το νέο μεγάλο πεδίο διεθνούς ανταγωνισμού είναι τα κοιτάσματα φυσικού αερίου στην Ανατολική Μεσόγειο, όπου το κράτος του Ισραήλ αναδεικνύεται ως ο βασικός σύμμαχος των ΗΠΑ και των δυτικών εταιριών, κυρίως της αμερικανικής Exxon Mobil και δευτερευόντως της γαλλικής Total και της ιταλικής ΕΝΙ. Σε ρόλους δευτεραγωνιστών συμμετέχουν η Ελλάδα, η Κύπρος και η Αίγυπτος ενώ τον βασικό ρόλο του «κακού γείτονα» τον κρατάει η Τουρκία. Τα αποτελέσματα των ερευνών μέχρι στιγμής έχουν δείξει ένα πολύ μεγάλο κοίτασμα στην Αίγυπτο, το Zohr στα ανοιχτά των εκβολών του Νείλου, ένα μεγάλο στα ανοιχτά του Ισραήλ, το Λεβιάθαν, και 3 μάλλον μέτρια στα κυπριακά οικόπεδα. Η εκμετάλλευση των κοιτασμάτων αυτών προϋποθέτει τη μεταφορά τους, είτε μέσω του αγωγού East Med, που θα περνάει και από όλη τη Δυτική Ελλάδα, είτε με υγροποίηση και θαλάσσια μεταφορά. Γι’ αυτό και σχεδιάζονται και νέοι τερματικοί σταθμοί υγροποιημένου φυσικού αερίου στα παράλια της Ελλάδας (ήδη κατασκευάζεται στην Αλεξανδρούπολη ενώ προβλέπονται στην Καβάλα και στη Θεσπρωτία) και της Κροατίας. Στο πλαίσιο αυτό ο ελληνο-ιταλικός Ποσειδών, ο οποίος κατά πάσα πιθανότητα σχετίζεται και με το σχέδιο των εξορύξεων στην Ήπειρο, θα συνδέεται με τον EastMed και στο χερσαίο τμήμα του μπορεί να έχει και αντίστροφη φορά, ανάλογα με τη ζήτηση και την προσφορά.
Ολοκληρώνω τη βαλκανική παρένθεση με μια αναφορά στις εξορυκτικές δραστηριότητες. Εκτός από τη Ρουμανία, όπου συμπλήρωσαν 150 χρόνια, από τη δεκαετία του ’60 κλιμακώθηκαν σε μεγάλη έκταση στην Αλβανία και σε μικρότερη στη Γιουγκοσλαβία ενώ η Ελλάδα μπήκε στο παιγνίδι με την εκμετάλλευση των κοιτασμάτων του Πρίνου από τη δεκαετία του 1970 (Η φτωχή σε κοιτάσματα Βουλγαρία στράφηκε στα πυρηνικά εργοστάσια). Για να βλέπουμε πάντως τη μεγάλη εικόνα, οι έρευνες δεν περιορίζονται στη Δυτική Ελλάδα αλλά σήμερα γίνονται σχεδόν παντού στα υπόλοιπα Βαλκάνια, και θαλάσσιες στην Αδριατική και τη Μαύρη Θάλασσα και χερσαίες.
Υπάρχει προοδευτικός εξορυκτισμός ;
Η πρόσφατη καπιταλιστική κρίση και η παγίδευση πολλών χωρών στη μέγγενη του δημόσιου χρέους, με την Ελλάδα ασφαλώς μεταξύ των πρώτων, έδωσε νέες ευκαιρίες στο πολυεθνικό εξορυκτικό κεφάλαιο, που συνεχίζει να χρησιμοποιεί τον γνωστό συνδυασμό πιέσεων και εκμαυλισμού απέναντι σε κυβερνήσεις, πρόθυμες κατά τα λοιπά να υποδυθούν το δικό τους ρόλο, του υπερασπιστή της «ανάπτυξης», του «εθνικού συμφέροντος» κλπ. Μπορούν εξάλλου να υπολογίζουν πάντα στην ενεργητική στήριξη εθνικών και διεθνών μηντιακών και κυρίως ακαδημαϊκών δικτύων.
Θα πρέπει ωστόσο να μη παραλείψω ότι κυρίως στη Λατινική Αμερική (Βενεζουέλα, Βολιβία και Εκουαδόρ) έγινε όντως προσπάθεια να εφαρμοστεί ένα εναλλακτικό μοντέλο, ο αποκληθείς «προοδευτικός εξορυκτισμός», με έμφαση στις εθνικοποιήσεις, την αξιοποίηση των εσόδων από το πετρέλαιο σε προγράμματα κοινωνικής πρόνοιας και αναδιανομής και παράλληλα με την εκφώνηση ενός «πατριωτικού» λόγου για την υπεράσπιση της εθνικής ανάπτυξης και κυριαρχίας.
Στην πραγματικότητα όμως όλες ανεξαιρέτως οι κυβερνήσεις αποδείχτηκαν ανίκανες και απρόθυμες να ελέγξουν τις εξορυκτικές δραστηριότητες, όποιος και αν ήταν ο φορέας τους, και οι δυσμενείς επιπτώσεις παρατηρήθηκαν σ’ όλα τα μοντέλα και σ’ όλες περιπτώσεις εξορύξεων. Το μεγάλο πρόβλημα του εξορυκτικού μοντέλου αποδείχθηκε η ευπάθειά του απέναντι στις χρηματιστηριακές διακυμάνσεις των τιμών των πρώτων υλών, η λεγόμενη «ολλανδική ασθένεια». Σε κάθε άνοδο των τιμών ή σε κάθε ανακάλυψη νέων κοιτασμάτων, η έκρηξη των εσόδων επανεπενδύεται σε συγκεκριμένους τομείς, άμεσα συνδεδεμένους με την εξορυκτική βιομηχανία, ενώ την ίδια ώρα η αύξηση της συναλλαγματικής αξίας του νομίσματος οδηγεί στην εγκατάλειψη ολόκληρων παραγωγικών κλάδων, μιας και τα προϊόντα τους μπορούν πλέον να εισαχθούν σε φθηνότερες τιμές. Όμως η άνοιξη των ψηλών τιμών δεν διαρκεί για πάντα και η μονοκαλλιέργεια και ανισορροπία της οικονομίας εγκυμονεί μεγάλα προβλήματα και δημιουργεί φτώχεια. Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα : Πριν από την πετρελαϊκή άνθηση της δεκαετίας του ’70 η Βενεζουέλα είχε το υψηλότερο κατά κεφαλήν εισόδημα της Νότιας Αμερικής. Ύστερα από 50 χρόνια η εικόνα εκατομμυρίων οικονομικών προσφύγων στα σύνορα με την Κολομβία και τη Βραζιλία είναι αρκούντως διδακτική ότι το όραμα της μετατροπής του ορυκτού πλούτου σε κοινωνική ευημερία αποτελεί φαντασίωση. Η πρόσκαιρη βελτίωση των οικονομικών δεικτών απλώς κρύβει τη μακροπρόθεσμη οικονομική ανισορροπία. Και καθώς η διαφθορά ανθεί, κάποιες εγχώριες ελίτ μπορεί να πλουτίζουν αλλά οι τοπικές κοινωνίες μπαίνουν σε ένα καθοδικό σπιράλ εξαθλίωσης, από το οποίο είναι αδύνατο να βγουν.
Στο βιβλίο του «Οι πόλεμοι του αύριο» ο γεωπολιτικός Πασκάλ Μπονιφάς κατατάσσει το πετρέλαιο σε μια από τις βασικές πηγές συρράξεων στη σύγχρονη εποχή, πράγμα που αποδεικνύουν οι διαρκείς συγκρούσεις και στη Μέση Ανατολή και στην Κεντρική Ασία για την περιφρούρηση ή τη διεκδίκηση ενεργειακών πηγών. Και πριν από τις συγκρούσεις όμως η στρατιωτικοποίηση και η θυσία πολύτιμων πόρων στο βωμό των πολεμικών μηχανών επιβεβαιώνουν το δυσανάλογο κόστος του εξορυκτικού μοντέλου.    
Ατυχήματα και καταστροφές α) θαλάσσιες
Μια δυσμενέστατη συνέπεια των εξορύξεων, και σε καιρό ειρήνης, είναι φυσικά το βαρύ τίμημα σε ανθρώπινες ζωές. Οι θάνατοι και οι τραυματισμοί από δυστυχήματα είναι σε παγκόσμιο επίπεδο οι περισσότεροι από κάθε άλλο βιομηχανικό κλάδο, ξεκινούν από παλιά και συνεχίζονται με αμείωτο ρυθμό στις μέρες μας, όπου υποτίθεται πως εφαρμόζονται «σύγχρονες» μέθοδοι. Τα περισσότερα από αυτά συνδέονται με τις θαλάσσιες εξορύξεις, όπου και οι καιρικές συνθήκες, οι άνεμοι κλπ., είναι πιο δύσκολες και διέξοδοι διαφυγής δεν υπάρχουν. Ο μεγαλύτερος φόρος αίματος πληρώθηκε το 1988 στη Βόρεια Θάλασσα, στα ανοιχτά της Σκωτίας, όταν 167 άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους μετά από έκρηξη στην πλατφόρμα άντλησης πετρελαίου Piper Alfa.
Η βασική συνέπεια των θαλάσσιων εξορύξεων είναι οι ανεξέλεγκτες διαστάσεις των περιστατικών ρύπανσης με πιο εμφατικές περιπτώσεις :
- το ναυάγιο του δεξαμενόπλοιου Valdez της εταιρίας Exxon στις ακτές της Αλάσκας το 1989 (μπορεί επομένως τον 19ο αιώνα το πετρέλαιο να έσωσε πολλές φάλαινες αλλά εξόντωσε άλλες τον 20ο !)
- το άδειασμα τεράστιων ποσοτήτων από τις εγκαταστάσεις του Κουβέϊτ στη θάλασσα κατά την υποχώρηση του ιρακινού στρατού, προκειμένου να αποτρέψει αμερικανική επίθεση το 1991 (που συνοδεύτηκε και από την fake τηλεοπτική εικόνα του κορμοράνου)
- το ναυάγιο του δεξαμενόπλοιου Prestige του ρωσικού ομίλου Alfa Group στις ισπανικές ακτές του Βισκαϊκού κόλπου το 2002
- και την έκρηξη σε πλωτή εξέδρα άντλησης Deepwater Horizon της BP στον κόλπο του Μεξικού το 2010, που δημιούργησε μια πετρελαιοκηλίδα μεγαλύτερη από την έκταση της Ελλάδας και προκάλεσε ανυπολόγιστη ζημιά στα θαλάσσια και στα παράκτια χερσαία οικοσυστήματα και ανεργία στον πρωτογενή τομέα. Πρόκειται για το μεγαλύτερο μέχρι στιγμής περιστατικό θαλάσσιας ρύπανσης στην ιστορία.
Μια ακόμη σημαντική πληροφορία είναι ότι κυκλοφορούν σήμερα πάνω από 7.000 γιγαντιαία δεξαμενόπλοια μεταφοράς και δεκάδες χιλιάδες μικρότερα, συχνά με σημαίες ευκαιρίας, ελλιπείς προδιαγραφές και παραβίαση τόσο των κανόνων ασφαλούς ναυσιπλοΐας όσο και της εργατικής νομοθεσίας. Όπως γνωρίζετε, στον κλάδο πρωταγωνιστεί και το ελληνικό εφοπλιστικό κεφάλαιο, το οποίο ενίοτε συνδυάζει τη δραστηριότητα αυτή με άλλες επικερδέστερες (βλ. Noor 1). Τα πιο πολυσύχναστα θαλάσσια περάσματα είναι μακράν τα στενά του Χορμούζ στην είσοδο του Περσικού κόλπου και ο πορθμός της Μαλάκκας. Όλα αυτά τα πλοία διεκδικούν και διατηρούν σταθερό μερίδιο στη ρύπανση, καθώς, κάθε φορά που αδειάζουν το φορτίο τους, γεμίζουν με θαλασσινό νερό για να διατηρήσουν την ευστάθειά τους. Αυτό το νερό ξεπλένει τα υπολείμματα του πετρελαίου και καταλήγει φυσικά πίσω στη θάλασσα πριν από την επόμενη φόρτωση.
β) χερσαίες
Οι χερσαίες εξορύξεις από την άλλη επιφέρουν εξάντληση και κυρίως ρύπανση των υδατικών πόρων, επιφανειακών και υπόγειων. Η Ναόμι Κλάϊν έχει γράψει ότι στην πραγματικότητα το αντιεξορυκτικό κίνημα δεν είναι τόσο ένα κίνημα κατά των ορυκτών καυσίμων όσο υπέρ του νερού. Πέραν αυτού παρατηρούνται :
- ρύπανση γεωργικής γης από διαρροές και ανεξέλεγκτη απόθεση των αποβλήτων της εξόρυξης
- παραγωγή τοξικών αποβλήτων από τη χρήση χημικών ουσιών
- συνεχή επεισόδια εκρήξεων με μεγάλες περιβαλλοντικές συνέπειες
- άνοδος σεισμικότητας
- προβλήματα υγείας και τρομακτική αύξηση των καρκίνων
- καταστολή και εκδίωξη των τοπικών κοινοτήτων.
Τέτοια φαινόμενα δεν αφορούν μόνο τον Τρίτο Κόσμο αλλά και την καρδιά της Ευρώπης, λ.χ. στην Περιφέρεια Μπαζιλικάτα της Ιταλίας. Προσθέτω ένα παράδειγμα από το κάποτε ελπιδοφόρο Εκουαδόρ, όπου για διαρροή αποβλήτων στη ζούγκλα της Αμαζονίας κατηγορούνται και η πολυεθνική Texaco και η κρατική PetroΕcuador. Ωστόσο η πιο ακραία περίπτωση ρύπανσης και καταστροφής, με υπεύθυνη τη Shell, έχει συμβεί στη Νιγηρία, στους ευαίσθητους υγρότοπους του Δέλτα του Νίγηρα. Η κρατική καταστολή των λαϊκών αντιστάσεων έφτασε μέχρι τον απαγχονισμό 9 περιβαλλοντικών αγωνιστών με επικεφαλής τον εμβληματικό συγγραφέα Κεν Σάρο Ουίουα το 1995.
γ) Το «φιλικό» φυσικό αέριο
Οι δικές του συνέπειες μπορεί να μην έχουν τέτοια σημειακή ένταση αλλά είναι διάχυτες σε μεγάλη έκταση. Η διέλευση των μεγάλων αγωγών δεσμεύει τεράστιες εκτάσεις γεωργικής γης και υποβαθμίζει οικοτόπους. Πάνω απ’ όλα το συμπιεσμένο αέριο εγκυμονεί ένα διαρκή κίνδυνο έκρηξης και είναι υπεύθυνο για μια σειρά από πολύνεκρα ατυχήματα, το 1993 στη Βενεζουέλα, το 2004 στην Αλγερία και αλλού. Η φονικότερη έκρηξη αερίων υδρογονανθράκων καταγράφηκε το 1989 κοντά στην πόλη Ούφα της Σιβηρίας, όταν η διαρροή σε αγωγό υγραερίου κοντά σε σιδηροδρομική γραμμή προκάλεσε ανάφλεξη από τους σπινθήρες της μηχανής ενός διερχόμενου τραίνου με αποτέλεσμα τον θάνατο 462 ατόμων. Απλώς η καταστροφή επισκιάστηκε μπροστά στο ολοκαύτωμα του Τσερνόμπιλ. Ας μη ξεχνάμε επίσης ότι μια διαρροή μεθανίου, πολύ συχνή στο fracking, προκαλεί αύξηση της θερμοκρασίας 23 φορές μεγαλύτερη από την αντίστοιχη ποσότητα διοξειδίου του άνθρακα. Σε κάθε περίπτωση πρέπει να ξέρουμε ότι είναι άλλο πράγμα η χρήση του φυσικού αερίου ως θερμαντικού μέσου και άλλο ως καύσιμης ύλης στη βιομηχανία.
Συμπέρασμα
Το εξορυκτικό μοντέλο απεικονίζει πολύ παραστατικά την αγριότητα και την καταστροφική τάση του καπιταλισμού. Οι προσπάθειες ελέγχου και μετριασμού, όπως λ.χ. οι νέοι κανονισμοί για τα δεξαμενόπλοια ή η νομοθετική απαγόρευση του fracking σε ορισμένες χώρες, κυρίως ευρωπαϊκές, αποδεικνύονται πολύ λίγες μπροστά στο αδυσώπητο κυνήγι του κέρδους και της δύναμης. Ενημερωτικά, το fracking έχουν απαγορεύσει Γαλλία, Γερμανία, Ιρλανδία, Βουλγαρία και πρόσφατα και η Ελλάδα αν και μ’ ένα στρεβλό τρόπο - δηλαδή δεν απαγόρευσε τη μέθοδο αλλά όρισε ότι, υπό το ισχύον πλαίσιο, τα σχιστολιθικά κοιτάσματα δεν είναι υδρογονάνθρακες, που επιστημονικά είναι. Ίσως μεγαλύτερη αξία έχει η μάχη για την πλήρη απαγόρευση ακόμη και των συμβατικών εξορύξεων, που έχει πετύχει κάποιες νίκες : απαγόρευση των χερσαίων στη Δανία, των θαλάσσιων στη Νέα Ζηλανδία και τη Μπελίζ της Κεντρικής Αμερικής, όλων στη Γαλλία αλλά από το 2040, μορατόριουμ στις θαλάσσιες στην τουριστική Κροατία, θέσπιση απαγορευμένων ζωνών στην Ισπανία, ύστερα από μεγάλους αγώνες, στα Κανάρια νησιά και τις Βαλεαρίδες, στην Πορτογαλία κλπ. Κινήματα πάντως εξακολουθούν να γεννιούνται όχι μόνο εναντίον των εξορύξεων αλλά και των αγωγών (όπως π.χ. το αντι-ΤΑΡ κίνημα στην Απουλία της Νότιας Ιταλίας ή παλιότερα στην Πέρδικα της Θεσπρωτίας).
Το σίγουρο είναι ότι η ιστορία του «μαύρου χρυσού» ναι μεν πλησιάζει προς τη δύση της αλλά θα εξακολουθήσει να γράφεται για αρκετές δεκαετίες ακόμα. Η επιτάχυνση του τέλους εξαρτάται κυρίως από την αντίσταση των ανθρώπων και των κοινωνιών, κυρίως εκείνων που έρχονται για πρώτη φορά αντιμέτωπες με τον εφιάλτη, όπως η δική μας.
Πάνω απ’ όλα οφείλουμε να προβληματιστούμε για το μέλλον της ενέργειας σε μια άλλη κοινωνία. Ακόμα κι’ αν η ενέργεια, που καταναλώνουν οι άνθρωποι για τις ατομικές τους ανάγκες, είναι μικρή σε σύγκριση μ’ αυτή, που απαιτεί καθημερινά η βιομηχανία και κυρίως η πολεμική μηχανή, αξίζει να προσπαθήσουμε για μια συνολική αλλαγή προτύπων και για τη θέσμιση μορφών συλλογικής ιδιοκτησίας και κοινωνικού ελέγχου και των φυσικών πόρων και των τεχνολογικών εξελίξεων.